Έλκεται από την ευτέλεια, καθηλώνεται από τη χυδαιότητα, τέρπεται από τις ύβρεις, παθιάζεται με τις εξελισσόμενες επί της οθόνης λεπτομέρειες της ερωτικής συμπεριφοράς άσημων και διάσημων, καταναλώνει ό,τι γαργαλιστικό βίαιο και ποταπό συμβαίνει στην κρεβατοκάμαρα του καλλιτέχνη, στο γραφείο του πολιτικού, στην οικογένεια του γείτονα, στον κόσμο· με διάθεση, που λίγο απέχει από το να χαρακτηριστεί παθολογική. Κι όλα αυτά δια της κλειδαρότρυπας. την οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση υποκαθιστά η Τηλεόραση.
Η περιθωριοποιημένη, και κατ’ ουσίαν αμαθής αυτή μάζα, έχει την ψευδαίσθηση ότι δια της προβαλλόμενης ενώπιόν της αθλιότητας ψυχαγωγείται και ταυτοχρόνως ξορκίζει το κακό, που την απειλεί σε κάθε της βήμα. Απαίδευτη καθώς είναι, αδυνατεί να αποκρυπτογραφήσει τα φαινομενικώς ουδέτερα μηνύματα των προαναφερθέντων εκπομπών και παγιδεύεται στην επιτηδευμένη απλότητά τους· με αποτέλεσμα να καθίσταται θύμα των κυρίαρχων, οι οποίοι μέσω αυτών των μηνυμάτων τη χειραγωγούν.