Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Ένα μαντήλι, σύμβολο του έρωτα


Σαράντα πέντε χρόνια από τον θάνατο του Τσε Γκεβάρα, στις 9 Οκτωβρίου 1967, η Αλέιδα Μαρτς, δεύτερη σύζυγός του, μας θυμίζει τη γνωριμία της με τον μεγάλο επαναστάτη

«Επιστρέφοντας στο αρχηγείο τον είδα με το αριστερό του χέρι στο γύψο, πράγμα που με ανησύχησε. Είχε πάθει ένα κάταγμα κατά τη διάρκεια της κατάληψης του στρατοπέδου, προσπαθώντας να πηδήξει στην ταράτσα. Του έδωσα ένα μαύρο μεταξωτό μαντήλι για να δέσει το χέρι του. Σ’ αυτό το μαντήλι –που με τον καιρό θα γινόταν ένα σύμβολο για τους δυο μας σε άλλους αγώνες– αναφέρεται ο Τσε σε ένα από τα πιο εντυ­πωσιακά και συγκλονιστικά κείμενά του. Πολεμώντας στο Κονγκό, έγραψε, με το λεπτό και ειρωνικό ύφος του, στο διήγημα “Η Πέτρα”: το αραχνοΰφαντο μαντήλι … Μου το έδωσε εκείνη μην τυχόν και με τραυμάτι­ζαν στο χέρι, για να το κάνω τρυφερό μου επίδεσμο».

Η Αλέιδα Μαρτς, ένα κορίτσι ταπεινής καταγωγής και μέλος του επαναστατικού στρατού του Φιντέλ Κάστρο, έγινε αργότερα η γραμματέας του Τσε. Παντρεύτηκαν το 1959 στην περιοχή Λα Καμπάνια και απέκτησαν τέσσερα παιδιά: την Αλέιδα, τον Καμίλο, τη Σέλια και τον Ερνέστο. Η Αλέιδα Μαρτς τα μεγάλωσε μόνη της, με έναν πατέρα απόντα, ακόμα κι όταν ζούσε. Οι αρχές που τους έδωσε ήταν πιστές σε αυτές του Τσε. Ανατρά­φηκαν όπως όλα τα παιδιά της πατρίδας τους, χωρίς κάποια ιδιαίτερη μεταχείριση, αλλά με πλήρη συνείδη­ση του ποιος ήταν ο πατέρας τους. Ο Τσε δολοφονήθηκε από τον στρατιώτη Μάριο Τεράν στο σχολείο του χωριού Λα Ιγκέρια της Βολιβίας, παρουσία του Φέλιξ Ροντρίγκεζ, στρατολογημένου από τη CIA Κουβανού αντικομμουνιστή. Την επομένη της εκτέλεσης το σώμα του εκτέθηκε σε δημόσια θέα, ως απόδειξη του βολι­βιανού στρατού προς τον δύσπιστο διεθνή Τύπο. Η εικόνα του νεκρού επαναστάτη – που κειτόταν σαν ένας σύγχρονος Χριστός, σύμφωνα με τον Βρετανό κριτικό Τέχνης Τζον Μπέργκερ, έκανε τον γύρο του κόσμου. Πολλά χρόνια αργότερα, ένα πρωινό στις 28 Ιουνίου του 1997, βρέθηκε στο Βάγε Γκράντε ένας ομαδικός τάφος με τις σορούς εφτά συντρόφων που είχαν πέσει στη μάχη, μεταξύ των οποίων και του Τσε. Η σορός του μεγάλου επαναστάτη έφτασε στην Κούβα στις 12 Ιουλίου με όλες τις τιμές. Από την πόλη της Αβάνας, απ’ την πλατεία της Επανάστασης Χοσέ Μαρτί, μια λαοθάλασσα σε μια ατελείωτη ουρά και με απόλυτη σιγή πιο πολύ υποδεχόταν παρά αποχαιρετούσε τον μεγάλο ήρωα.

Να πώς περιγράφει η Αλέιδα Μαρτς την τελευταία σκηνή του δράματος, που σφραγίστηκε από το περίφημο μαντήλι:

«Ζήτησα απ’ την κόρη μου την Αλιούτσα, αργά τη νύχτα πια –όταν ο λαός είχε αποσυρθεί–, να ζητήσει την άδεια να ανοίξουμε την οστεοθήκη. Περιττεύει να πω ότι δεν είχα το θάρρος να το κάνω. Ήταν η κόρη μου που το έβα­λε πλάι στα οστά του, για να αναπαυτεί ο πολεμιστής με το αραχνοΰφαντο μαντήλι του: Πιστός ώς το θάνατο…».



Από το βιβλίο της Αλέιδα Μαρτς «Αναπόληση: Η ζωή μου με τον Τσε», εκδόσεις Ψυχογιός.

πηγη

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

Ο φόβος της Ελένης της ...ξενοφοβικιάς


Για όσους δεν γνωρίζουν το Στρασβούργο, να πώ ότι είναι ένα υπόδειγμα πολυπολιτισμικής πόλης και συμβίωσης. Του Νίκου Ρούση, δημοσιογράφος εγκατεστημένος στο Στρασβούργο.
Καθημερινά, στους δρόμους του,κυκλοφορούν ελεύθερα και επικοινωνούν μεταξύ τους, μαύροι (από τις πρώην αποικίες της Γαλλίας κυρίως), μπόλικοι Αραβες, που πουλάνε νομίμως την πραμάτεια τους στις τοπικές λαϊκές αγορές και στα μεγάλα παζάρια, Τούρκοι και Κούρδοι, που έχουν τα ορθάδικα με τα ντονέρ και τα κεμπάπ, Κινέζοι (τουρίστες ή φοιτητές), λιγοστοί Πακιστανοί και τσιγγάνοι Ρομά και βέβαια, ευρωπαίοι, όχι μόνον από τις χώρες της ΕΕ, αλλά κι' από την Ρωσία, το Αζερμπαιτζάν, τη Λιθουανία και γενικότερα από τις 47 χώρες μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Γαλλία και Γερμανία έχουν ξοδέψει πολύ χρήμα και φαιά ουσία μετά τον Β.' Παγκόσμιο Πόλεμο, για να δημιουργηθεί και να διατηρηθεί σ' αυτή την κατάσταση η πόλη.
Μέσα, λοιπόν, σ' αυτή τη Βαβέλ φυλών, χρωμάτων και θρησκειών, έσκασε μύτη και η Ελένη....
Που είναι ένθερμος οπαδός του βιασμού των μεταναστών και έχει συμμετάσχει, σε βίαιες πράξεις και προπηλακισμούς νόμιμων προσφύγων στην Ελλάδα, που υποστηρίζει (στην Ψωροκώσταινα, βέβαια) την καθαρότητα της ελληνικής φυλής και την ρίψη κάθε “μή Ελληνα” στον ...καιάδα.
Την πρώτη κατραπακιά, με μισόλογα αλλά και έντονες αντιδράσεις, την έφαγε στην Επιτροπή Ισότητας και Μη διακρίσεων της Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου επελέγη να συμμετάσχει από την ελληνική κοινοβουλευτική αντιπροσωπεία.
Κάποιοι στο Στρασβούργο, είχαν φροντίσει εγκαίρως, να ενημερώσουν, όλους τους ενδιαφερόμενους στη Συνέλευση αλλά και τον Επίτροπο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, με επιστολή τους, στην οποία μεταξύ άλλων, ανέφεραν ότι "ένα μέλος της Χρυσής Αυγής, του φασιστικού-νεοναζιστκού κόμματος που εξελέγη κατά τις πρόσφατες κοινοβουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα, συμμετέχει στην παρούσα κοινοβουλευτική συνέλευση του ΣτΕ.
Η Ελένη Ζαρούλια, σύζυγος του προέδρου του νεοναζιστικού κόμματος της Χρυσής Αυγής, εξελέγη βουλευτής με το κόμμα του συζυγού της στις πρόσφατες εκλογές και σήμερα συμμετέχει ως μέλος του ελληνικού κοινοβουλίου στην κοινοβουλευτική συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Πράξη Αντίστασης: Μην πληρώνεις τους φόρους σου!





Ξεχάστε τις διαδηλώσεις, τα συλλαλητήρια, τις 24ωρες και 48ωρες απεργίες, τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και τις πορείες που καταλήγουν, στην καλύτερη περίπτωση, στην επίδοση κάποιου ψηφίσματος στους αρμόδιους φορείς και στη χειρότερη, σε σκηνές βίας και βανδαλισμών.
Και που κατέβασαν, άλλωστε, ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ 100.000 ανθρώπους στο δρόμο την περασμένη Τετάρτη, τι έγινε; Ίδρωσε κανενός το αυτί; Μήπως πήρανε πίσω τα επώδυνα μέτρα των 11,9 δισ. ευρώ; Το αντίθετο: έσπευσαν να τα συμφωνήσουν, ανεβάζοντας μάλιστα το λογαριασμό στα 13,9 δισ. ευρώ.

Καλώς ή κακώς, οι κινητοποιήσεις, με τη μορφή που τις γνωρίζουμε ως τώρα τουλάχιστον, δείχνουν να έχουν «πεθάνει» -ή, καλύτερα, δεν οδηγούν πουθενά. Εάν οι απεργίες δεν είναι διαρκείας και τα συλλαλητήρια δεν κατεβάζουν στο δρόμο κάθε μέρα όλες εκείνες τις ψυχές που υποφέρουν ή, τουλάχιστον, αυτό το 1.000.000 -και βάλε- των ανέργων, που είναι ν' απορεί κανείς τι άλλο περιμένουν πια, για να ξεσηκωθούν, τότε καμία κυβέρνηση δεν πρόκειται να «φοβηθεί».
Σύμφωνοι, αγώνας χαμένος είναι ο αγώνας που δεν δόθηκε ποτέ, ωστόσο αυτό αυτό που «τρέμουν» στο Μαξίμου, δεν είναι αν ο Φωτόπουλος, ο Παναγόπουλος, ο Τσίπρας και η Παπαρήγα κατεβάσουν 100.000-200.000 νοματαίους στο δρόμο. Δεν τους νοιάζει αν η Αθήνα γίνει παρανάλωμα του πυρός. Τουναντίον, αυτό που «καίει» την κυβέρνηση και το οικονομικό επιτελείο, είναι η αδυναμία είσπραξης φόρων, που αναδεικνύεται στο «υπ' αριθμόν ένα» εμπόδιο, προκειμένου να εισρεύσουν χρήματα στα κρατικά ταμεία.

Την ώρα, λοιπόν, που ο κ. Στουρνάρας και οι συν αυτώ σχεδιάζουν την επιβολή νέων φόρων, προσβλέποντας μάλιστα σε έσοδα της τάξης των τριών δισ. ευρώ, τα επίσημα στοιχεία καταδεικνύουν ότι χιλιάδες φορολογούμενοι «σηκώνουν τα χέρια ψηλά», μπροστά στο αβάσταχτο βάρος των φόρων εισοδήματος, των έκτακτων εισφορών, του τέλους επιτηδεύματος...
Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε το υπουργείο Οικονομικών μόλις την περασμένη Πέμπτη, μόνο τον Αύγουστο του 2012 καταγράφηκε «άλμα» των ληξιπρόθεσμων οφειλών κατά τρία δισ. ευρώ. Η «νέα γενιά» ληξιπρόθεσμων οφειλών παίρνει διαστάσεις «χιονοστιβάδας», αναδεικνύοντας τόσο την αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να εισπράξει βεβαιωμένους φόρους, όσο και την αδυναμία των φορολογουμένων να σηκώσουν το βαρύ φορτίο των σαρωτικών επιβαρύνσεων των τελευταίων ετών.

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

Τι περίμενες;


Κάθε άνθρωπος βάζει κάπου τον πήχη για το τι τον κάνει να κοκκινίζει, να εξεγείρεται, να κλαίει. Σε κάποιους αυτό το όριο είναι πιο ψηλά, σε άλλους πιο χαμηλά ή πάρα πολύ χαμηλά, σε κάποιους θαμμένο κάτω απ’ τη γη. Δεν το καταλαβαίνουν, απλώς περνάει ο καιρός και αυτή η χορδή που τινάζεται με τη σύγκρουση με την πραγματικότητα, δεν αντιδρά. Ξεσπά ένα ακόμη σκάνδαλο και δεν κουνιέται φύλλο. Γιατί δεν κουνιέται φύλλο; Γιατί δεν υπάρχει πια σκάνδαλο. Όχι βέβαια πράγματα για τα οποία θα μπορούσε ή θα άξιζε κανείς να σκανδαλίζεται, αλλά το αυθεντικό συναίσθημα που κάνει έναν άνθρωπο να βγαίνει απ’ τα ρούχα του. Η κοινωνία μας έχει σε τέτοιο βαθμό χάσει τον μπούσουλα, που η αντίδραση προκύπτει μετά ανεξέλεγκτη, ως σύμπτωμα, τη διεκδικούν κατ’ αποκλειστικότητα οι αγριάνθρωποι της ακροδεξιάς. Η αλήθεια είναι όμως ότι για τους περισσότερους ο πήχης είναι τόσο χαμηλά, που είναι αδύνατο να εκπλαγούν. Μπορεί ολόκληρο κίνημα να ονομάστηκε «κίνημα των αγανακτισμένων», αλλά ο πήχης είναι, φευ, πολύ χαμηλά.

Υπάρχουν δύο λόγοι τουλάχιστον γι’ αυτό, ένας πικρός και ένας κατανοητός. Ο πικρός λόγος είναι η συνενοχή. Πολλοί δεν σοκάρονται διότι δεν διαφέρουν. Θαυμάζουν μυστικά την αντρίλα του πουτσαρά προέδρου της βουλής ή οποιουδήποτε επιτήδειου, γιατί δεν έχουν τίποτα καλύτερο στο κεφάλι τους. Πρόκειται για προέκταση του επιχειρήματος «μαζί τα φάγαμε», το οποίο ισχύει απολύτως για το κομματικό σκυλολόι που περιβάλλει τον πρώην αντιπρόεδρο. Αυτό που βλέπει ο διεφθαρμένος στο πρόσωπο όλων αυτών των μαφιόζων εγκληματιών του λευκού κολάρου είναι απλώς το πρότυπό του.

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Τζουλιάν Ασάντζ: ένας σύγχρονος ήρωας


Οφείλουμε δύο μεγάλα ευχαριστώ. Το πρώτο απέναντι στην κυβέρνηση του Ραφαέλ Κορέα στον Ισημερινό, που χωρίς προϋποθέσεις και νομικές ακροβασίες, όπως πολλοί θεωρούσαν βέβαιο, δέχτηκε το αίτημα του Τζουλιάν Ασάντζ και του παραχώρησε πολιτικό άσυλο. Η θετική ανταπόκριση του Ισημερινού, διά στόματος του υπουργού Εξωτερικών Ρικάρντο Πατίνιο, με ένα διάγγελμα στις 16 Αυγούστου που δημιούργησε ρίγη συγκίνησης σε όλο τον κόσμο, δεν ήταν ούτε αυτονόητη ούτε μια απλή κίνηση. Πολύ περισσότερο μετά την προκλητική κίνηση των Βρετανών, μια μέρα πριν, να απειλήσουν με αστυνομική επέμβαση στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο όπου βρισκόταν ο Τζουλιάν Ασάντζ, από τις 19 Ιούνη όταν υπέβαλε επίσημα αίτηση χορήγησης πολιτικού ασύλου, για να τον συλλάβουν και να τον εκδώσουν στη Σουηδία.

Η απειλή της Αγγλίας ήταν ένα ασυνήθιστο στις μέρες μας μίγμα που περιείχε ισχυρές δόσεις αναβίωσης των αποικιοκρατικών της παραδόσεων, όταν θεωρούσε όλο τον υπόλοιπο κόσμο πίσω αυλή της και ταυτόχρονα επίδειξης καλών υπηρεσιών προς τις ΗΠΑ. Το Λονδίνο ήθελε να δείξει στην Ουάσινγκτον πως ναι, εξακολουθεί να είναι η καλή και πάντα πρόθυμη σκυλίτσα του στην από δω μεριά του Ατλαντικού. Εκείνη η χαρωπή σκυλίτσα που λοιδορούσε ακόμη και ο Economist παραμονές της επέμβασης στο Ιράκ, όταν αναρωτιόταν, εντελώς αθώα εννοείται, από το πρωτοσέλιδο που κοσμούταν από την στιβαρή και πληθωρική παρουσία του τότε πρωθυπουργού, Τόνι Μπλερ, αν η Αγγλία είναι η σκυλίτσα των ΗΠΑ… «Ναι, για πάντα» είναι η απάντηση που έδωσε με τη σειρά του ο Ντέιβιντ Κάμερον. Η Αγγλία ωστόσο πλήρωσε την αυθάδειά της να αμφισβητήσει το καθεστώς ασυλίας που αναγνωρίζει από το 1961 στις πρεσβείες το άρθρο 22 της Συνθήκης της Βιέννης, επικαλούμενη νόμο που ψηφίσθηκε το 1987 με αφορμή πυροβολισμό που δέχτηκε αξιωματικός της μητροπολιτικής αστυνομίας έξω από την πρεσβεία της Λιβύης, χωρίς ωστόσο ποτέ να διαταχθεί η επέμβαση καθώς επικράτησαν πιο ψύχραιμες σκέψεις… Ο βρετανικός τσαμπουκάς (πάντα εκ του ασφαλούς), που πολύ γρήγορα αποδοκιμάστηκε από τον δυτικό Τύπο (με «αυτογκόλ» τον παρομοίασαν οι Financial Times σε editorial τους ενώ η συντηρητική Frankfurter Allgemeine Zeitung έκανε λόγο για «γκάφα») έδωσε μεγαλύτερο «βάθος» στην απόφαση του Εκουαδόρ, το οποίο κέρδισε σημαντικά σε κύρος, καθώς αποκατέστησε την έννοια του πολιτικού ασύλου. Επίσης έδειξε πως ακόμη και σήμερα, παρά την πλανητική τρομοκρατία που ασκούν οι Αμερικάνοι (με τις συλλήψεις και τις απαγωγές ξένων πολιτών, τα βασανιστήρια μέσω της Air-Cia κ.α.), και παρά τον πληθωρισμό υποτέλειας και εθελοδουλίας στον οποίο επιδίδονται οι ανά τον κόσμο προστατευόμενοι πολιτικοί τους (ας θυμηθούμε τι έκανε στην αντίστοιχη περίπτωση ο Θ. Πάγκαλος…), ακόμη και σήμερα λοιπόν υπάρχουν κράτη που αψηφούν τις απειλές και δίνουν πολιτικό άσυλο σε πρόσωπα που μάχονται για την ελευθερία του λόγου κι επιλέγουν να αξιοποιήσουν τις γνώσεις τους για να αποκαλύψουν τα εγκλήματα των Αμερικάνων. Το πράττουν μάλιστα ακόμη κι αν η επόμενη μέρα της χορήγησης ασύλου καλύπτεται από αβεβαιότητα, λόγω του ότι οι Άγγλοι έχουν κάνει σαφές πως θα συλλάβουν τον Ασάντζ, αν βγει έξω από την πρεσβεία του Ισημερινού, αφήνοντας ένα ισχυρό ενδεχόμενο για τον Ασάντζ να έχει την τύχη του ούγρου καρδινάλιου Ζόζεφ Μιντζέντι, διαφωνούντα στο καθεστώς του «υπαρκτού», που έμεινε κρυμμένος στην πρεσβεία των ΗΠΑ στη Βουδαπέστη επί 15 χρόνια…

Ακρίβεια, κρίση και αλληλέγγυοι κοινωνικοί καταναλωτικοί συνεταιρισμοί


Πάμε σαν άλλοτε...

«Φρούτα και λαχανικά, που τα αγοράζουν οι μεσάζοντες από τον παραγωγό λίγα λεπτά του ευρώ, πουλιούνται στον καταναλωτή 2,3 ή και 4 ευρώ, αποφέρουν δηλαδή κέρδη της τάξεως των 500% έως 900%. Παρόμοια ασυδοσία στην κερδοφορία μονάχα με τη μαύρη αγορά της Κατοχής μπορεί να συγκριθεί ..... και η άλλη Αντίσταση μη θαρρείτε πως άρχισε με τα ντουφέκια .... Η Αντίσταση άρχισε αυθόρμητα και αθόρυβα, με πράξεις καθόλου ηρωικές, αλλά απολύτως αποτελεσματικές. Το πρώτο μέλημά της ήταν η αντιμετώπιση του λιμού, που στοίχισε στον ελληνικό λαό χιλιάδες νεκρούς. Οργανώθηκαν παντού, σε σχολεία, σε εργοστάσια σε γειτονιές, συσσίτια, συγκροτήθηκαν ομοίως καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, που φέρνανε τρόφιμα απ’ ευθείας από τους παραγωγούς, παρακάμπτοντας τους μεσάζοντες και τους μαυραγορίτες .... Είναι χαρακτηριστικό πως η Εθνική Αλληλεγγύη ιδρύθηκε στις 28 Μαΐου 1941, τρεις μήνες πριν ιδρυθεί ο βασικός κορμός της Αντίστασης, το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο. Και αναρωτιέμαι. Ξεχάσαμε τι κάναμε τότε; Γιατί δεν οργανώνονται καταναλωτικοί συνεταιρισμοί σε κάθε γειτονιά, σε κάθε υπηρεσία, σε κάθε εργοστάσιο; Συνεταιρισμοί που θα έρχονται σε άμεση επαφή με τους παραγωγούς και θα αγοράζουν τα προϊόντα τους σε πολύ καλύτερες τιμές για αυτούς, αλλά απείρως χαμηλότερες για τους καταναλωτές. Το ζητούμενο είναι σήμερα να αναπτυχθεί η κοινωνική αλληλεγγύη, όχι όμως φιλανθρωπικές οργανώσεις. Δεν μπαίνει θέμα φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης, αλλά θέμα κοινωνικής αλληλεγγύης και αντίστασης. Έτσι πρέπει να το δούμε» [1].

Είναι κορυφαίας σημασίας σήμερα να υπογραμμίσουμε ότι μια από τις πρώτες δράσεις που ανέλαβε το ΕΑΜ διαμέσου της οργάνωσης «Εθνική Αλληλεγγύη», ήταν η ανακούφιση του λιμοκτονούντος πληθυσμού και με το σύνθημα «Κανείς άλλος Έλληνας να μην πεθάνει από την πείνα» δημιούργησε δίκτυα κοινωνικής αλληλεγγύης στην ύπαιθρο και στις πόλεις. Οι συνεργατικές μορφές (συνεταιρισμοί παραγωγών ή καταναλωτών κ.ά.) ιεραρχούνται σε περίοπτη θέση μέσα στις αντιστασιακές διακηρύξεις. Οι συνεταιρισμοί προβάλλονται ως οι καταλληλότεροι θεσμοί, εφόσον εφαρμόζονται οι αρχές της ελεύθερης, συλλογικής και δημοκρατικής οργάνωσης και δράσης. Στην Πράξη 60 της ΠΕΕΑ (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης) με τίτλο «Προσωρινές διατάξεις για τη σύσταση και λειτουργία των Συνεταιρισμών», γίνεται λόγος για «διεύρυνση του σκοπού τους», «απεριόριστη δυνατότητα της σύνδεσης των συνεταιρισμών σε δευτεροβάθμιες και τριτοβάθμιες οικονομικές οργανώσεις», «δημοκρατική λειτουργία» κλπ και ανάγονται οι συνεταιρισμοί σε εκπαιδευτήρια δημοκρατίας [2].

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

Αντίο μεσαία τάξη!


Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε στην Ελλάδα και η μεσαία τάξη… Κάπως έτσι μπορούν να αρχίζουν τις ιστορίες τους οι αφηγητές του μέλλοντος, που θα ζουν σε μια Ελλάδα με δύο αυστηρά διαχωρισμένες κοινωνικές ομάδες: τους πλούσιους και τους φτωχούς. Γιατί απλά η μεσαία τάξη –αυτή η «πολυτέλεια» που ο καπιταλισμός δεν είναι πια διατεθειμένος να πληρώνει– θα είναι ανύπαρκτη ή αμελητέα. Η εξαφάνισή της δεν είναι κάτι που επέρχεται, δεν είναι κάποιο μελλοντικό ενδεχόμενο. Συμβαίνει καθημερινά και σε μαζική κλίμακα, σε σημείο ώστε το τέλος της μεσαίας τάξης –τουλάχιστον στην Ελλάδα– να είναι σχεδόν προβλεπόμενο.
Η μεσαία τάξη, η οποία εμφανίστηκε δυναμικά στο κοινωνικό προσκήνιο της Ελλάδας τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, η περίφημη «κοινωνία των 2/3» που θα εκδημοκράτιζε, θα εκσυγχρόνιζε και θα εξισορροπούσε την ελληνική κοινωνία, είναι πλέον αντιμέτωπη με το φάσμα της εξαφάνισής της. Μετατίθεται με «συνοπτικές διαδικασίες» στην εκθετικά αυξανόμενη τάξη των νεόπτωχων. Χρεοκοπεί κι εξαφανίζεται. Μαζί της εξαφανίζονται και οι ελπίδες –ή ευσεβείς πόθοι;– να μεταρρυθμιστεί ο σκληρός καπιταλισμός, ώστε να λειτουργεί όχι μόνον προς όφελος των λίγων, αλλά και να συντηρηθεί το Κράτος Πρόνοια που διατηρούσε την κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη. (Δεν χρειάζεται βέβαια να θρηνολογούμε για την εξαφάνισή της, αν αυτή λάβει όντως αμετάκλητο χαρακτήρα –εφόσον είναι μάλλον μια πικρή «εκδίκηση της ιστορίας», επειδή η μεσαία τάξη μόνη της παραδόθηκε άνευ όρων στο νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό και στη λατρεία των αγορών– αλλά να αναρωτηθούμε ποια θα είναι η κατάσταση που θα μας περιμένει μετά το τέλος της μεσαίας τάξης).

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

Βαρέθηκα να φοβάμαι…


«Τρία χρόνια τώρα δεν κάνω τίποτε άλλο από το να φοβάμαι.
Στην αρχή φοβόμουν μη φτάσει η θύελλα και στη χώρα μας και δε μιλούσα, μέχρι που κάποια νύχτα άκουσα το βουητό της.
Μετά, φοβόμουν μη μας κόψουν τα δώρα και δεν έβγαζα άχνα, μέχρι που ήρθαν τα Χριστούγεννα και τα δώρα κόπηκαν.
Φοβόμουν μη μου μειώσουν το μισθό και δεν έλεγα κουβέντα σε κανέναν, μέχρι που κάποια πρωτομηνιά βρήκα το μισθό κουτσουρεμένο.
Άρχισα να φοβάμαι για τη δόση του στεγαστικού και σφράγιζα το στόμα μου, μέχρι που ήρθε η ειδοποίηση της τράπεζας ότι χρωστάω τρεις δόσεις.
Είχα το φόβο πώς θα τα καταφέρω αν η κόρη μου περνούσε στην επαρχία και κατάπινα την οργή μου αμάσητη μέχρι που της είπα πως δεν θα μπορέσει να πάει στην επαρχία στη σχολή που πέρασε.
Είχα το φόβο πού θα βρει δουλειά ο γιος μου τελειώνοντας τις σπουδές και έτρεχα στα βουλευτικά γραφεία, μέχρι που ένα μεσημέρι μου έδειξε την κάρτα ανεργίας.
Φοβόμουν μη χάσω τη δουλειά μου και ανεχόμουν πολλά, μέχρι που το αφεντικό μου έδωσε το χαρτί της απόλυσης.
Φοβόμουν για το μέλλον και είπα να βγω αμίλητος στη σύνταξη αλλά για δύο χρόνια ζούσα με δανεικά γιατί σύνταξη δεν έβλεπα και όταν τελικά την πήρα σκέφτηκα να τη χαρίσω στο Στουρνάρα για να νιώσει και αυτός τη χαρά του να έχει κάποιος ένα μισθό ή μια σύνταξη.
Φοβόμουν να μη χάσω το εξάπαξ και απέφευγα να μιλάω για την πολιτική, μέχρι που έμαθα πως τελικά θα πάρω το μισό μετά από, ποιος ξέρει, πόσα χρόνια.
Φοβόμουν μη φύγουμε από το ευρώ και πέσουμε στη χρεοκοπία και χειροκροτούσα τους ευρωπαϊστές, μέχρι που χρεοκόπησα μέσα στο ευρώ.
Φοβόμουν μη γυρίσουμε στη δραχμή και δεν έχουμε φάρμακα και έπνιγα το θυμό μου, μέχρι που κατάντησα να μην έχω φάρμακα γιατί δεν έχω τα ευρώ για να τα αγοράσω.
Φοβόμουν μη χάσω το γιατρό μου, την ασφάλισή μου και μούτζωνα οργισμένος τη Βουλή, μέχρι που κατέληξα να μην έχω ούτε γιατρό ούτε ασφάλιση και άρχισα να μουτζώνω τον εαυτό μου που πίστεψε πως με τις μούτζες θα έφερνα αποτέλεσμα.
Φοβόμουν για τη σύνταξη των 500 ευρώ της μάνας μου και το βούλωνα, δήθεν, με αξιοπρέπεια μέχρι που ένα μέρος της σύνταξης μου έγινε απαραίτητο μέσο επιβίωσης.
Φοβόμουν μην τυχόν και δεν έχω να δώσω χαρτζιλίκι στα παιδιά μου και δάκρυζα από θλίψη, μέχρι που τα είδα ένα πρωινό να φεύγουν για το σχολείο με σκυφτό το κεφάλι χωρίς χαρτζιλίκι.
Φοβόμουν να κοιτάξω τους μαθητές μου στα μάτια και έστρεφα από ντροπή, το βλέμμα μου αλλού, μέχρι που κατάλαβα πως ντρεπόμουν τους μαθητές μου επειδή ντρεπόμουν τον εαυτό μου για το μέλλον που τους παραδίδω.
Φοβόμουν να κάνω απεργία και δεν μιλούσα σε κανέναν απεργό, μέχρι που κατάλαβα πως δεν ήθελα να παραδεχτώ ότι εγώ είχα το άδικο και όχι ο απεργός.
Φοβόμουν τους μετανάστες που ήθελαν να καθαρίσουν το παρμπρίζ του αυτοκινήτου και τους έδιωχνα βάζοντας σε λειτουργία τους υαλοκαθαριστήρες, μέχρι που μια μέρα διαπίστωσα πως τελικά ήθελε όντως καθάρισμα. Όχι το παρμπρίζ αλλά το μυαλό μου.
Άρχισα να φοβάμαι τα ξυρισμένα τάγματα εφόδου με τους επικεφαλής βουλευτές που κρύβονται πίσω από την ασυλία τους, μέχρι που κατάλαβα ότι δεν είναι τίποτε άλλο παρά η εμπροσθοφυλακή του ίδιου σάπιου συστήματος.
Φοβόμουν να ακούσω τους μακιγιαρισμένους τηλεπαρουσιαστές των δελτίων ειδήσεων και έψαχνα να βρω σε ποιο κανάλι έχει αθλητικά, μέχρι που συνειδητοποίησα ότι όλοι αυτοί, απλώς έκαναν πολύ καλά τη δουλειά τους.
Φοβόμουν μη χάσω το αυτοκίνητό μου και έκανα πως δεν καταλάβαινα τι γίνεται γύρω μου, μέχρι που αναγκάστηκα να παραδώσω τις πινακίδες γιατί δεν είχα να πληρώσω τα τέλη κυκλοφορίας και την ασφάλεια.
Φοβόμουν μη χάσω την οργανική μου θέση και έτρεχα σε Διευθύνσεις και αιρετούς, μέχρι που βρέθηκα κάποιον Οκτώβρη να συμπληρώνω ωράριο σε τρία σχολεία.
Τώρα πια δεν φοβάμαι γιατί δεν έχω τίποτα να χάσω.
Τώρα έπιασα πάτο. Δεν αντέχω άλλο να φοβάμαι.
Πλέον, το μόνο ενδεχόμενο είναι να αρχίσω να ανεβαίνω. Αρκεί να πατήσω γερά τα πόδια.
Όμως, μόνος μου είναι αδύνατον. Δε μπορεί, σίγουρα θα υπάρχει ένας ακόμα σαν και μένα να του δώσω το χέρι να με τραβήξει και να τον τραβήξω. Ένας μόνος του δεν μπορεί. Δύο όμως είναι πιο εύκολο. Τρεις μαζί μπορούν ακόμα καλύτερα. Τέσσερεις, πέντε έξι, εκατοντάδες, χιλιάδες, τραβώντας ο ένας τον άλλον θα βγούν σίγουρα στην επιφάνεια.
Μπορεί να έπιασα πάτο, μπορεί η απελπισία να βρίσκεται παντού όμως δεν θα τους κάνω τη χάρη να υποκύψω, ούτε να εγκαταλείψω ούτε να αυτοκτονήσω.
Το φως των ματιών μου δεν τους το κάνω θυσία. Το θέλω για να βλέπω τα παιδιά μου, τους φίλους μου, τους μαθητές μου, τους συντρόφους μου, τους δικούς μου ανθρώπους. Όλους αυτούς που αξίζει να τους βλέπω και όχι να τους φτύνω.
Δεν θα θυσιάσω ούτε μια τρίχα των μαλλιών μου γι’ αυτούς που με έσπρωχναν όλα αυτά τα χρόνια μέχρι τον πάτο για να πατάνε πάνω μου και να μπορούν να έχουν τα καλοθρεμμένα κεφάλια τους στην επιφάνεια.
Όπου και αν βρεθώ θα τους πολεμάω. Θα πολεμάω να φύγουν, με όσες δυνάμεις διαθέτω.
Ξέρω πως ένας μόνος του αποκλείεται να τα καταφέρει. Δύο όμως είναι πιο εύκολο. Τρεις μαζί μπορούν ακόμα καλύτερα. Τέσσερεις, πέντε έξι, εκατοντάδες, χιλιάδες, πολεμώντας ο ένας δίπλα στον άλλον και ο ένας για τον άλλον σίγουρα μπορούν να φέρουν τα πάνω, κάτω.
Το «μαζί» είναι η δύναμή μας και το «καθένας μόνος του», η αδυναμία μας.
Μόνο τότε μπορούμε να τους πνίξουμε στη ίδια τη θλίψη με την οποία μας έχουν πλημμυρίσει.
Αρκετά πιάστηκε η μέση μας από το σκύψιμο. Είναι καιρός να αποκτήσουμε την όρθια κατακόρυφη στάση που ταιριάζει στα σώματα των ανθρώπων και όχι των υποζυγίων».

πηγη

Η Μεταμοντέρνα Αριστερά

Ο όρος «Μεταμοντέρνος» (Post Modern) αφορά ουσιαστικά την τάση, προσπάθεια και προδιάθεση αποδόμησης – διάλυσης ουσιαστικά – όλου του «Μ...