Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013

Όταν το κλομπ ξεπροβάλλει απ’ την οθόνη


1.Eισαγωγή στο παιχνίδι της πλάνης

«Ω πόσο δύσκολο είναι να εντοπίσεις την αλήθεια, ιδίως όταν είσαι υποχρεωμένος να βλέπεις τον κόσμο σε φέτες. Οι στιγμιαίες φωτογραφίες αποκρύπτουν τόσα όσα φανερώνουν». (Σαλμάν Ρούσντι)

Αυτές οι στιγμιαίες, αποσπασματικές και προσεκτικά επιλεγμένες «φωτογραφίες» του Ρούσντι που αναπαράγονται καθημερινά από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (κυρίως την τηλεόραση) αποτελούν την φιλοσοφική πεμπτουσία του τρόπου λειτουργίας τους. Οι επιλεκτικά προβαλλόμενες εικόνες αναπαράγουν συνεχώς μια νέα, μια άλλη, πραγματικότητα που, είτε εσκεμμένα είτε όχι, δημιουργεί διαφορετικά συναισθήματα συγκριτικά με τις εντυπώσεις θα μπορούσαμε να αποκομίσουμε εμείς οι ίδιοι, έπειτα από μια βόλτα στο κέντρο της πόλης. Η ηλεκτρονική εικόνα, όπως το ομοίωμα στο πλατωνικό σπήλαιο, δεσμεύει τον θεατή, τον ακινητοποιεί, τον καθιστά δεσμώτη του δέκτη της τηλεόρασης, ανίκανο να αντιδράσει, να διαφωνήσει ή να αντιπροτείνει. Στο σπήλαιο του Πλάτωνα, εμφανίζονται αντίγραφα και ομοιώματα πάνω σε έναν τοίχο, εξαιτίας της κατανομής φωτός και σκιών. Έτσι και η τηλεοπτική οθόνη μας παγιδεύει σε ένα ηλεκτρονικό σπήλαιο, καθιστώντας μας ανίκανους να συμμετάσχουμε στον διάλογο. Σιγά σιγά, εκλαμβάνοντας εμείς τούτη την κατάσταση ως δεδομένη, συνηθίζουμε στην καταθλιπτική παθητικότητα, στην οποία θα εγκλωβιστούμε, βυθιζόμενοι στον μεγάλο λήθαργο της αδράνειας, και της ενεργοποίησης κάθε ενστίκτου απομονωτισμού. Ο μονόλογος μας εθίζει στην ευκολία της έτοιμης λύσης, στη μικρή μας θεσούλα του καναπέ, στην αδιαφορία και την ολική αποκοινωνικοποίηση. Διαταράσσει την σκέψη μας με τρόπο μακιαβελικό, δημιουργώντας αλήθειες μέσω της επανάληψης των ψεμάτων, γεννώντας ομοιώματα, φαντάσματα κάθε είδους, σκιές της ρεαλιστικής απεικόνισης των πραγμάτων, ανάλογα με το κοινό στο οποίο απευθύνεται η κάθε εκπομπή ή τηλεοπτικό κανάλι. Όντας εμείς οι αποδέκτες του πλαστικού-εικονικού αυτού πολιτισμού που απλόχερα μας προσφέρεται, ακόμη και με τη δυνατότητα του off σημειωμένη μ’ έντονο κόκκινο πλήκτρο στο τηλεκοντρόλ, έχοντας χάσει κάθε διάθεση για παρέμβαση μέσω του Λόγου, που μετατρέπει τις δίποδες δημιουργίες από κτήνη σε ανθρώπους, παραμένουμε σιωπηλοί και απαθείς, επιτρέποντας τον εαυτό μας να μετατραπεί σε ψυχικό ή υλικό προϊόν προς πώληση για τις διάφορες διαφημιστικές εταιρίες. Γιατί, στην πραγματικότητα, το τηλεοπτικό θέαμα δεν έχει άλλο λόγο ύπαρξης παρά τη δημιουργία ενός καταναλωτικού πληθυσμού που θα γίνει αποδέκτης του εταιρικού και (παρά)πολιτικού μάρκετινγκ.

Η τηλεοπτική πλάνη αποκαλύπτεται σε όλο της το μεγαλείο όταν πλέον ο εξωτερικός κόσμος δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από επιβλητικές μουσικές και glitter πορνογραφίες. Όταν πλέον οι πολίτες ανακαλύπτουν και διαδίδουν με δικά τους εργαλεία αντιπληροφόρησης την αλήθεια που συνάδει περισσότερο με όσα συμβαίνουν εκτός της φωτεινής οθόνης, και έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την «υπο-πραγματικότητα» ή «υπέρ-πραγματικότητα» των σοβαροφανών και καλοπληρωμένων τηλε-σχολιαστών που ταυτίζονται (δικαίως ή αδίκως, αναλόγως των περιπτώσεων) με τα διάφορα νεοτερικά δόγματα, τους ασήμαντους τεχνοκράτες και τις κυρίαρχες ελίτ. Παρά τις συνεχιζόμενες προσπάθειες από τα κάτω, όμως, οι ιδιωτικοί ή κρατικοί ειδήμονες διαχείρισης της πληροφορίας δεν έχουν χάσει τον κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωση της κεντρικής ατζέντας της υποτιθέμενης δημόσιας συζήτησης. Βλέπουμε πως παρά την άνθιση της δημοσιογραφίας των πολιτών, μέσα από το διαδίκτυο, δεν παύουμε να σερνόμαστε, σε μεγάλο βαθμό, πίσω από ζητήματα που τίθενται από επικοινωνιολόγους-υπαλλήλους πολιτικών κομμάτων και μεγαλοδημοσιογράφους-υπαλλήλους κρατικοδίαιτων καναλαρχών. Σ’ ένα τοίχο ένα σύνθημα έγραφε πως «αν παίξεις το παιχνίδι τους, έχεις ήδη χάσει». Ποιό είναι, λοιπόν, το «παιχνίδι» τους και πώς μπορούμε να «παίξουμε» το δικό μας;

Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2013

Νεκροί


Υπάρχει μια σημαντική διαφορά όταν κάποιος πέφτει νεκρός με οτιδήποτε άλλο που μπορεί να συμβεί. Τα γκρεμισμένα σπίτια ξαναχτίζονται, τα πεινασμένα στόματα ταΐζονται, τα ιδιωτικοποιημένα ξανακρατικοποιούνται, τα χαμένα δικαιώματα ξανακερδίζονται. Οι νεκροί όμως δεν επιστρέφουν. Ποτέ. Είναι μια απώλεια που δεν καλύπτεται με κανέναν τρόπο. Και μετράμε πολλές τέτοιες απώλειες τελευταία.

Είναι φρικτό να βλέπω στο τόπο μου η ανθρώπινη ζωή να αποκτά όλο και μικρότερη αξία. Μέρα με τη μέρα η κοινωνία μας επιστρέφει σε ένα όλο και πιο κτηνώδες επίπεδο στο οποία οι ζωές δεν αξίζουν τίποτα. Ειδικά κάποιες ζωές, οι πιο σκουρόχρωμες ας πούμε, όχι απλά δεν αξίζουν τίποτα αλλά δεν είναι καν ζωές είναι μόνο σκουπιδαριό που πρέπει να ξεφορτωθούμε. Πότε γίναμε τόσο απάνθρωποι γαμώτο μου; Πόσο δηλητήριο χύσανε τα φασιστικά ερπετά στα ΜΜΕ, σε σχολιάκια στο internet, σε φρικιαστικούς λόγους οργής, σε πέρα βρέχει δήθεν χαλαρές lifestyle συζητήσεις για να φτάσουμε να μην δίνουμε αξία στην ανθρώπινη ζωή ως απλά ανθρώπινη και να τη μετράμε με το πορτοφόλι ή το χρώμα; Πόσο συστηματικά καλλιέργησε το δήθεν φιλελεύθερο κέντρο αυτό τη κτηνωδία ξερνώντας καλοντυμένο οικονομίστικο οχετό; Μόνο τα νούμερα έχουν σημασία όποιος επικαλείται τους ανθρώπους είναι λαϊκιστής...

Ναι η σιχαμένη ρητορεία των κυρίαρχων προσπαθεί να μας μετατρέψει σε ένα λαό κανιβάλων, που θα τρώγεται αναμεταξύ του. Θα τρώει τους μετανάστες, θα τρώει τους διαφορετικούς, θα τρώει τους αριστερούς, τους αναρχικούς, τους απεργούς, τους φτωχούς. Στο τελικό στάδιο θα τρωγόμαστε όλοι με όλους. Όλοι; Όχι όλοι, κάποιων οι ζωές αξίζουν πολύ. Αυτοί δεν φαγώνονται. Προστατεύονται από τους νόμους τους, από τους μπάτσους τους, από τους ψηλούς φράκτες των σπιτιών τους που κρατάει μακριά την "αγάπη" του πλήθους. Αυτοί μας βάζουν να μισιόμαστε μεταξύ για να μη τους μισήσουμε.

Ο Babacar Ndiaye ήταν ένα από μας. Ένας που αξίζει να φαγωθεί. Ένας που η ζωή του δεν αξίζει πεντάρα. Δεν με νοιάζει αν πωλούσε τσάντες ή μπλουζάκια, με νοιάζει ότι ήταν άνθρωπος. Με νοιάζει ότι "ήταν" και δεν "είναι". Με νοιάζει ότι πέθανε επειδή ακριβώς κάποιοι δεν τους ένοιαζε αν πεθάνει.

Έτσι πέθαναν και άλλοι πριν απ'αυτόν. Έτσι πέθανε ο Saxtzat Loukman. Δολοφονημένoς από σαλεμένα φασισταριά. Τον οποίο οι πολιτικοί πατέρες πέσανε στα μαλακά. Στα πολύ μαλακά. Τα περισσότερα δελτία ειδήσεων δεν είπαν καν τίνος κόμματος ήταν τα φυλλάδια που βρέθηκαν στο σπίτι του δολοφόνου. Και αυτό μου κάνει να θέλω να ξεράσω περισσότερο είναι πως εκτός από τον Μπόμπολα, την Τρέμη, τον Κεδίκογλου που προστατεύουν τη Χ.Α υπάρχουν ένα σωρό άλλοι ανάμεσα, εικονολήπτες, συντάκτες, τεχνικοί, δημοσιογράφοι που φαίνεται να μη βγάζουν ένα γαμημένο κιχ ενώ άνθρωποι πεθαίνουν.

Το ίδιο όμως δεν έκαναν και στη περίπτωση του Βαγγέλη; Αυτός φούνταρε από το παράθυρο κυνηγημένος από το αστυνομικό τους κράτος. Τρελαμένος από τη καταδίωξη και τη πίεση. Όπως και τόσοι άλλοι τρελάθηκαν από την εξαθλίωση στην οποία μας αναγκάζουν και πέθαναν.

Έχουμε πόλεμο γαμώτο μου. Πεθαίνει κόσμος το καταλαβαίνετε; Πεθαίνουν άνθρωποι επειδή αυτοί το θέλουν. Σκοτώνουν ανθρώπους βασικά γιατί να το κρύψουμε; Και όχι δεν υπάρχουν μονόδρομοι ανάθεμα. Δεν μπορείς να μου λες ότι ο θάνατος είναι μονόδρομος. Όχι πια. Όχι όταν ξέρω ότι αυτοί καλοπερνούν ενώ εμείς καταστρεφόμαστε. Όχι άλλες κηδείες. Όχι άλλος κανιβαλισμός. Το μίσος ξέρουμε που πρέπει να κατευθυνθεί. Μένει να βρούμε και το τρόπο και τότε θα τους πνίξει. Γιατί έχουμε τη δύναμη αλλά φοβόμαστε να τη χρησιμοποιήσουμε.

πηγη

Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Μαθήματα δημοσιονομικής ιστορίας


Εξηγούμαστε για να μην παρεξηγούμαστε. Δεν υπάρχει χώρα που έχει περάσει το ΔΝΤ τα σύνορα της και δεν καταστρατηγήθηκε κάθε δημοκρατικό της στοιχείο. Η μέθοδος ήταν μονάχα αυτή που άλλαζε, για να προσαρμοστεί κάθε φορά στις ανάγκες της εκάστοτε “επέμβασης”.

Έχουν γραφτεί πολλές αράδες για τα πειράματα της Χιλής, της Αργεντινής, του Εκουαδόρ ή της Τουρκίας. Επεμβάσεις κρυμμένες πίσω από τανκς ή θεοκρατούμενα ολοκληρωτικά καθεστώτα, καθόλα “δημοκρατικά”.

Η ελληνική επέμβαση είχε τις δικές της ιδιαιτερότητες. Έγινε σε Ευρωπαϊκό και δη ευρωζωνικό έδαφος κι όχι σε μια αυταρχική στρατοκρατούμενη χώρα της ζώνης του Ισημερινού ή του ισλαμικού κόσμου.

Το πείραμα περιείχε ένα τσόφλι διαφορετικών αναγκών. Μετρημένη, σε σχέση με τις εικόνες του βομβαρδισμένου κοινοβουλίου της Χιλής, καταστολή κι ένα δόγμα πεφωτισμένου τεχνοκράτη.

Το όνομα αυτού, Λουκάς Παπαδήμος. Ένα οικονομικό πείραμα πάνω σ’ ένα θεώρημα “δημοκρατικού τόξου” - αντίλογος σε κάθε φωνή περί “διορισμένου, μη εκλεγμένου δημοσιονομικού δικτάτορα”. Ένα εγχείρημα που άμεσα εφαρμόστηκε και στην Ιταλία, με τον Μάριο Μόντι.

Ο Μόντι κράτησε περισσότερο. Ο Παπαδήμος όχι. Δεν άντεξε, γιατί κάθε φορά που μιλάμε για ελληνική ελίτ θα πρέπει να ανοίγουμε κι από ένα καινούριο κεφάλαιο περί δημόσιου οικονομικού ελέγχου σε μια κοινωνία αχόρταγων κατσαπλιάδων. Ο Παπαδήμος δεν άντεξε, αλλά το πείραμα δεν επιτρεπόταν να παρεκκλίνει.

Επόμενο βήμα μια δημοκρατικοφανής ηγεσία. Ο Αντώνης Σαμαράς. Εκλεγμένος πρωθυπουργός στο τιμόνι, με την οικονομική ατζέντα παραδομένη στα χέρια ενός αντι- Παπαδήμου. Του αντικαταστάτη εκείνου του Βασίλη Ράπανου που ούτε να ορκιστεί ως υπουργός οικονομικών δεν πρόλαβε και αποσύρθηκε “για λόγους υγείας”. Του Γιάννη Στουρνάρα.

Με τις αρμοδιότητες Παπαδήμου στα χέρια του τεχνοκράτη Στουρνάρα και τις πλάτες ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, το αποτυχημένο πείραμα του Νοέμβρη του ’11 πέρασε στο επόμενο βήμα. Καταστολή και δημοσιονομική ισσοροπία. Στα πλαίσια, πάντα, ενός “δημοκρατικού κυβερνητικού τόξου” φόβου. Ενός “δημοκρατικού τόξου” που δεν μπορούσε να ασκεί, πλέον, τους “δεξιούς ακτιβισμούς" του εξωκοινοβουλευτικά, αλλά μέσα στη βουλή. Με ποσοστό 7%.

Ατζέντα φόβου και υγειονομικών βομβών, προληπτικές συλλήψεις, επιχειρήσεις εκκαθάρισης συνοικιών, πολυδιαφημισμένες σκούπες μεταναστών, βασανισμοί κρατουμένων, ανεξέλεγκτες επιθέσεις φασιστών υπό την προστασία της αστυνομίας, στοχοποίηση αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων, τηλεοπτικός φόβος της τρομοκρατίας, ματωμένα και τουμπανιασμένα από το ξύλο πρόσωπα στα πρωτοσέλιδα, προβολή πρακτικών “από Έλληνες, για Έλληνες”. Με δυο λόγια, εξοικείωση με το πρόσωπο του τέρατος.

Οι "λαθρομετανάστες" και οι οροθετικές πόρνες γίνανε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, “βίλες ανομίας”. Οι “βίλες ανομίας”, “γκαζάκια” και “τυφλά χτυπήματα”. Τα “γκαζάκια” και τα “τυφλά χτυπήματα”, Καλάσνικοφ. Τα καλάσνικοφ...

Φόβος και εγκληματικότητα. Κι από την άλλη πλευρά η επιστράτευση απλήρωτων εργαζομένων, το φώτοσοπ, οι διακηρύξεις περιορισμού και στοχοποίησης της απεργίας και η, κατά Βαγγέλη Βενιζέλο, “πάταξη της εξουθενωτικής πολυφωνίας”.

Η Χιλή του Πινοσέτ ήταν πολύ απλή. Τανκς, τουφέκια κι εκκαθαρίσεις αντιφρονούντων. Άλλες εποχές, άλλα γεωγραφικά μήκη και πλάτη. Σήμερα τα καθώς πρέπει πειράματα βάζουν νερό στο κρασί τους και βλέπουν μπροστά, σε μια κατάσταση ήπιας πολιορκίας με γνώμονα, πάντα, την προώθηση των δικών τους “δημοκρατικών τόξων”.

Όπως το οικονομικό μοντέλο της Τουρκίας ή ακόμη και της Ρωσίας, για παράδειγμα. Αλματώδης ανάπτυξη, αλλά μισθοί πείνας. Εκλογές, αλλά πολιτικές διώξεις. Ελευθερία του λόγου, αλλά απειλές, διώξεις και δολοφονίες δημοσιογράφων. Δημοκρατία, αλλά ανελευθερία.

Ένα πείραμα άοπλων τανκς, με δημοκρατικές απώλειες του μεγέθους της Μεγάλης Πανώλης. Κι όλα αυτά πίσω από μια ψευδαίσθηση δημοκρατίας, υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και εθνικής ανεξαρτησίας. Ανοιχτά, ξεκάθαρα και, προπαντός, δημοσιονομικά.

πηγη

Κυριακή 10 Φεβρουαρίου 2013

Κρυπτοέλληνες


Πριν καμιά πενηνταριά χρόνια προτάθηκε σε μια γερόντισσα πρόσφυγα να αγοράσει ένα ακίνητο στον τόπο που την έριξαν να ζήσει μετά την γενοκτονία στον Πόντο. Η απάντηση ήταν αφοπλιστική: «Όχι παιδί μου γιατί ο πρόσφυγας είναι πάντα πρόσφυγας και από εδώ θα μας διώξουν κάποια στιγμή». Κάθε φορά που ακούω και βλέπω τα ρεπορτάζ της πουλημένης δημοσιογραφίας για την «μετανάστευση» των Ελλήνων αυτούς τους καιρούς στ’ αυτιά μου έχω την φωνή της γερόντισσας, διότι σήμερα δημιουργούν ακριβώς με την ίδια ψυχολογία πρόσφυγες που θα αισθάνονται ξένοι παντού χωρίς την δυνατότητα να κάνουν πράξη τον νόστο για την εστία τους.
Οι Έλληνες δεν αναγκάζονται να γίνουν εξωτερικοί μετανάστες αλλά πρόσφυγες. Διότι ακόμη και στο βικιλεξικό η ερμηνεία για τον πρόσφυγα είναι: «Αυτός που αναγκάζεται ή εξαναγκάζεται να εγκαταλείψει την πατρίδα του ή τον τόπο της μόνιμης κατοικίας του και να καταφύγει σε μια ξένη χώρα».
Ο Έλληνας πολλές χιλιάδες χρόνια έχει στο κύτταρό του την ξενιτειά για διαφορετικούς λόγους στην εκάστοτε ιστορική περίοδο. Πάντα όμως ήταν μετανάστης. Πρόσφυγες ήταν οι Έλληνες που αναγκάστηκαν να ξεριζωθούν από τον Πόντο και άλλες περιοχές διασκορπισμένοι στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα.
Σήμερα οι διώκτες των Ελλήνων από την πατρογονική εστία τους είναι οι κατακτητές και οι εντόπιοι εκτελεστές που φέρουν στην ταυτότητα την Ελληνική ιθαγένεια. Είναι τα προγράμματα των κατακτητών που αντικατέστησαν την χαντζάρα των Τσετών με τον πλειστηριασμό της γης ακόμη κι αν δεν τους χρωστάς τίποτε. Γιατί στην πραγματικότητα δεν χρωστάς τίποτε και σε κανέναν. Εκείνο που πρέπει να προκαλεί ένα πικρό μειδίαμα στον καθέναν από εμάς είναι πως ο διώκτης σου δεν είναι ένας Κεμάλ ή κάποιος άλλος που πολέμησε και έκανε ότι έκανε για τα συμφέροντα της δικής του πατρίδας, αλλά ανθρωπάρια που κόλλησαν στο πέτο την ταμπελίτσα ενός κομματοτροφείου όπως κι αν λέγεται. Διότι ακόμη και οι δήθεν απέναντι από τους κανονικούς προσκυνημένους, με την παθητική αντιπολίτευση τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούν. Για τίνος συμφέροντα λοιπόν μας κάνουν πρόσφυγες σήμερα; Πως ξαφνικά οι διαφορετικές ιδεολογίες έγιναν μία και κυνηγούν ανελέητα ακόμη και τα όνειρά μας; Τι είναι αυτό που μας εμποδίζει να δούμε, πως ένας νόμιμος κατά την δημοκτατορία τους Κεμάλ τύπου Κουβέλη, σκοτώνει; Τα ονόματα δεν έχουν καμία σημασία διότι όποιο και να βάλεις από τους αρχηγούς μέχρι τον τελευταίο παλαμακιστή το ίδιο έγκλημα επιτελούν. Η δακρύβρεχτη παρουσίαση της δήθεν μετανάστευσης από τους εξωνημένους δημοσιογράφους πρέπει να λάβει τέλος. Οι Έλληνες που φεύγουν αυτή την περίοδο είναι πρόσφυγες.

Η Μεταμοντέρνα Αριστερά

Ο όρος «Μεταμοντέρνος» (Post Modern) αφορά ουσιαστικά την τάση, προσπάθεια και προδιάθεση αποδόμησης – διάλυσης ουσιαστικά – όλου του «Μ...