Η εικόνα της επιδρομής στην πανίσχυρη γερμανική τράπεζα προκαλεί σοκ στο χρηματοπιστωτικό κέντρο της ηπειρωτικής Ευρώπης και στους τραπεζικούς κύκλους σε όλο τον πλανήτη. Η Deutsche Bank, το μεδούλι στη ραχοκοκαλιά της γερμανικής οικονομίας, κατηγορείται για εξοργιστικά σκάνδαλα και υφίσταται πρωτοφανή εξευτελισμό. Κορυφαία στελέχη του οίκου, μεταξύ των οποίων και ο συνδιευθύνων σύμβουλος, περιλαμβάνονται στους υπόπτους.
Και κάπως έτσι κλείνει μια χρονιά που θα μπορούσε άνετα να χαρακτηριστεί η χρονιά όπου ο τραπεζικός κόσμος άλλαξε για πάντα.
Μια χρονιά που επιπλέον αποδεικνύει ότι τραπεζικά σκάνδαλα ολκής συμβαίνουν και εις Παρισίους, σε χώρες δηλαδή αναμφίβολα περισσότερο προηγμένες και οργανωμένες από την Ελλάδα, με θεσμική θωράκιση και πείρα, που ήταν έως πρότινος εγγύηση ευταξίας.
Ακριβή η αμαρτία, ακριβή και η… κάθαρση
Τα στελέχη της Deutsche Bank κατηγορούνται για σειρά αδικήματα, μεταξύ των οποίων φοροδιαφυγή, ξέπλυμα χρήματος, παρακώλυση δικαιοσύνης – σε τέτοιο βαθμό που το κορυφαίο περιοδικό Spiegel διερωτάται μήπως τα νήματα της D.B. τα κινεί κάποια εγκληματική συμμορία. Και η D.B. δεν είναι ούτε η μόνη, ούτε η πιο ηχηρή περίπτωση μεταξύ των μυριάδων σκανδάλων που έπληξαν τους μεγάλους πολυεθνικούς τραπεζικούς κολοσσούς το 2012.
Η χειραγώγηση του Libor, τα τεράστια ποσά που εξανεμίστηκαν σε αποτυχημένες χρηματιστηριακές κερδοσκοπίες, τα σκάνδαλα πώλησης ακατάλληλων επενδυτικών προϊόντων και οι κατηγορίες για βαριές απάτες, όπως ξέπλυμα χρήματος από τρομοκρατία και ναρκωτικά, χτύπησαν σχεδόν όλους τους οίκους των μεγάλων χρηματοπιστωτικών κέντρων σε ΗΠΑ, Βρετανία, Ελβετία, Γερμανία, αλλά και σε Ολλανδία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, χωρίς να λείπουν από τον κατάλογο αναδυόμενοι κολοσσοί της Ανατολής.
Οι ίδιες οι μεγάλες τράπεζες πληρώνουν αδρά το τίμημα. Εκτός από τα βαριά πρόστιμα, οι Αρχές προσπαθούν να τους επιβάλουν αυστηρότερες απαιτήσεις για τα στάνταρ κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας με τις ρυθμίσεις της Βασιλείας ΙΙΙ, να κόψουν τα μπόνους των τραπεζιτών (η Ε.Ε. ζητά αυστηρό συντελεστή 2:1 σε σχέση με τον μισθό) και, πάνω απ’ όλα, να διαχωρίσουν τις παραδοσιακές τραπεζικές από τις επενδυτικές τους δραστηριότητες, έτσι ώστε να μην είναι δυνατόν μια τράπεζα που παρέχει, για παράδειγμα, υπηρεσίες συμβούλων συγχώνευσης δύο επιχειρήσεων να μπορεί και να παίζει με δικά της κεφάλαια πάνω στις μετοχές τους.
Για να αντεπεξέλθουν στις νέες ρυθμίσεις, οι τράπεζες απολύουν τους εργαζόμενους κατά χιλιάδες (παρόλο που τα μεγέθη είναι δύσκολο να συγκεντρωθούν, ο αριθμός των απολύσεων τραπεζικών υπαλλήλων στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, από το 2008 όπου ξέσπασε η διεθνής κρίση, ξεπερνά το εκατομμύριο), πωλούν μονάδες, κλείνουν υποκαταστήματα και κόβουν τα δάνεια. Έτσι, επιτείνουν την πιστωτική αποστράγγιση για τους καταναλωτές και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, βαθαίνοντας την ύφεση και προκαλώντας παράλυση στο φιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο της σύγχρονης Δύσης, που στηρίζεται πάνω απ’ όλα στους χρηματοπιστωτικούς οίκους.