Του Λεωνίδα Βατικιώτη
Καμία, μα καμία συζήτηση για το τι μέλλει και πολύ περισσότερο για το τι δέον γεννέσθαι σχετικά με το δημόσιο χρέος δεν μπορεί να γίνει αν δεν ξεκινήσουμε από το παρελθόν. Αν, με άλλα λόγια, δεν αμφισβητήσουμε το πώς φτάσαμε ως εδώ, επιμένοντας να θυμίζουμε ότι η διαχείριση του δημόσιου χρέους την τελευταία 4ετία, τουλάχιστον, ήταν μία από τις πολλές δυνατές επιλογές. Ήταν μάλιστα όχι μόνο η χειρότερη επιλογή (από άποψη αποτελεσματικότητας) αλλά κι η επιλογή των χειρότερων (όσων ευθύνονταν για την αύξησή του μέχρι το 2009 κι έπρεπε εκ προοιμίου να έχουν αποκλειστεί από την σχετική συζήτηση).
ΤΑ ΕΠΤΑ ΘΑΝΑΣΙΜΑ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ
Επιστρέφοντας λοιπόν στο 2009 η άνοδος του δημόσιου χρέους στο επίπεδο του 129% του ΑΕΠ, κατόπιν διαδοχικών αναθεωρήσεων από την ελληνική και την ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία (που αποτελούν θέμα εισαγγελικής έρευνας), ήταν αποτέλεσμα μιας σειράς αιτιών που φέρουν ανάγλυφο το αποτύπωμα της ελληνικής αστικής τάξης και κορυφαίων, στρατηγικών επιλογών της. Είναι τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα του ελληνικού καπιταλισμού.
Εν συντομία: Πρώτο, ο εθισμός της ελληνικής ελίτ στις κρατικές επιχορηγήσεις που είχαν μετατρέψει τα δημόσια ταμεία σε δανειστή έσχατης ανάγκης για το κεφάλαιο. Κορυφαία και πιο πρόσφατα τότε παραδείγματα οι Ολυμπιακοί Αγώνες, επίσημου (και άγνωστου πραγματικού) κόστους 9 δισ. ευρώ και η στήριξη των τραπεζών επί Καραμανλή με 28 δισ. Τα 4,5 δισ. ευρώ που πρέπει να πληρωθούν τον Μάιο είναι μέρος αυτού του χρέους, τα λεγόμενα ομόλογα Αλογοσκούφη.