Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2015

ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ, Ο "ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ" ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ


Κείμενο: Ιωάννα Κουρή
Δημοσιεύτηκε στις  9 Δεκεμβρίου  2014

Η «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας αποτελεί φλέγον θέμα της επικαιρότητας τον τελευταίο καιρό. Μέσω δραστικών αποκρατικοποιήσεων – μας λένε – η Ελλάδα θα οδηγηθεί στην πολυπόθητη ανάπτυξη και θα αποπληρώσει, επιτέλους, το δυσβάσταχτο χρέος της. Και, μπροστά στον ελλειμματικό και, ενίοτε, εμφανώς δυσλειτουργικό δημόσιο τομέα, η προοπτική των ιδιωτικοποιήσεων φαίνεται δελεαστική. Εξάλλου, τα ΜΜΕ φροντίζουν να την παρουσιάζουν στον Ελληνικό λαό ως πανάκεια απέναντι στο «διεφθαρμένο και κομματικό» Δημόσιο.

Δεδομένης της κατάστασης, θα ήταν χρήσιμο να ερευνήσει κανείς τη βάση στην οποία προτείνονται οι αποκρατικοποιήσεις. Υπερτερεί όντως ο ιδιωτικός τομέας έναντι του δημόσιου; Τι έχουμε να διδαχθούμε από τις χώρες που προχώρησαν στην «αξιοποίηση» της δημόσιας περιουσίας τους; Τελικά, οι ιδιωτικοποιήσεις δείχνουν το δρόμο προς την ανάπτυξη; Κι αν ναι, ανάπτυξη προς όφελος τίνος;

Ο Milton Friedman
Καλό είναι να ξεκαθαρίσουμε ότι τα διάφορα πακέτα αποκρατικοποιήσεων δεν προέκυψαν από παρθενογένεση, μέσα σε ένα εφαρμοσμένο οικονομικό μοντέλο. Στην πραγματικότητα, η λογική των ιδιωτικοποιήσεων γεννήθηκε στα πλαίσια της θεωρίας περί αυτορρύθμισης της οικονομίας, όπως αυτή διαμορφώθηκε τη δεκαετία του 1950, στη Σχολή του Σικάγου. Κύριος εκπρόσωπος της σχολής αυτής ήταν ο οικονομολόγος Milton Friedman (13/7/1912 – 16/11/2006), ο οποίος οραματιζόταν να επαναφέρει τα οικονομικά συστήματα σε μια κατάσταση «φυσικής υγείας», απαλλαγμένα από κάθε ανθρώπινη παρέμβαση. Σε ένα τέτοιο σύστημα, οι κρατικές ρυθμίσεις, οι περιορισμοί στο εμπόριο και οι κοινωνικές πολιτικές δεν έχουν καμία θέση, καθώς ο κινητήριος μοχλός είναι η απόλυτη ελευθερία των αγορών και των κεφαλαίων. Προκειμένου να επαναφέρει το σύστημα σε μια τέτοια κατάσταση «ελευθερίας», ο Friedman συνιστούσε την περίφημη «θεραπεία-σοκ», που περιλάμβανε πολύ απότομες και βίαιες μεταρρυθμίσεις εντός του συστήματος. Καθώς όμως την εποχή εκείνη δεν υπήρχε καμία χώρα που να πληροί τα κριτήρια της τέλειας ελευθερίας των συναλλαγών, οι οικονομολόγοι της σχολής του Friedman χρειάζονταν κάποιες χώρες με αρκετά «πρόθυμους» και «τολμηρούς» πολιτικούς, που θα παρείχαν το έδαφος για τέτοια οικονομικά πειράματα.



Η πρώτη χώρα που προσφέρθηκε για τα εν λόγω πειράματα ήταν η Χιλή του δικτάτορα Pinochet, τη δεκαετία του 1970. Ακολούθησε και μια σειρά άλλων χωρών, που τελούσαν επίσης υπό ολοκληρωτικά καθεστώτα, όμως η Χιλή αποτελεί την πλέον χαρακτηριστική περίπτωση, λόγω τόσο της μαζικότητας των «μεταρρυθμίσεων», όσο και του τεράστιου φόρου αίματος που πλήρωσε ο Χιλιανός λαός. Αρκεί να αναφέρουμε ότι, πριν το πραξικόπημα του 1973, που έφερε τον Augusto Pinochet (17/12/1974-11/3/1990) στην εξουσία, η Χιλή είχε το καλύτερο σύστημα υγείας και παιδείας σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική, καθώς και έναν ζωντανό βιομηχανικό τομέα και μια διαρκώς αυξανόμενη μεσαία τάξη. Ο λαός της Χιλής πίστευε στην περαιτέρω ανάπτυξη της χώρας του, όπως αυτή προωθούνταν από τον δημοκρατικά εκλεγμένο πρόεδρο Salvador Allende. Μετά το πραξικόπημα, που στοίχισε τη ζωή του Allende, ο Pinochet συνεργάστηκε με τον Friedman και μια ομάδα οικονομολόγων της σχολής του Σικάγου, προχωρώντας σε μια πρωτοφανή αποσταθεροποίηση της κοινωνίας. Ο δημόσιος τομέας της Χιλής διαλύθηκε, καθώς οι κρατικές επιχειρήσεις πέρασαν, μέσω δημοπρασιών, σε ιδιωτικά χέρια και καταργήθηκε κάθε περιορισμός στην ελευθερία του εμπορίου και της μετακίνησης των κεφαλαίων. Παρόλο που, ακόμη και σήμερα, πολλοί υποστηρίζουν το μύθο του «θαύματος της Χιλής», ως απόδειξη ότι τέτοιες θεωρίες όντως λειτουργούν, θα πρέπει να πούμε ότι τα στοιχεία δεν είναι υπέρ τους. Συγκεκριμένα, η περίοδος της σταθερής οικονομικής μεγέθυνσης, που υποτίθεται ότι αποτελεί απόδειξη της λειτουργίας της «θεραπείας-σοκ», ξεκίνησε μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν το χρέος της χώρας πήρε τέτοιες διαστάσεις, ώστε ο Pinochet αναγκάστηκε να διακόψει τη συνεργασία με τους οικονομολόγους της Σχολής του Σικάγου. Μάλιστα, προέβη στην εθνικοποίηση αρκετών επιχειρήσεων που είχαν ιδιωτικοποιηθεί τα προηγούμενα χρόνια, ενώ αξίζει να τονίσουμε ότι το μόνο που έσωσε τη χώρα από την ολοκληρωτική καταστροφή ήταν το γεγονός ότι η εταιρεία εξόρυξης χαλκού, Coldeco, που εθνικοποίησε ο Allende, είχε παραμείνει στο δημόσιο τομέα. Όσον αφορά στο λαό της χώρας, θα πρέπει να πούμε ότι, μέχρι το 1985, οπότε και άρχισαν οι επανεθνικοποιήσεις, το 45% του πληθυσμού ζούσε κάτω από τα όρια της φτώχειας, ενώ η χούντα του Pinochet ήταν από τις πλέον αιματηρές. Προκειμένου να εφαρμοστούν οι μαζικές ιδιωτικοποιήσεις χωρίς εμπόδια, ο μηχανισμός καταστολής εκκαθάρισε πάνω από 40.000 Χιλιανούς πολίτες. Τέλος, είναι αξιοσημείωτο ότι τα εισοδήματα όσων ανήκαν στο 10% των πλουσιότερων Χιλιανών αυξήθηκαν κατά 83% (γι’αυτό και το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ δεν αποτελεί αξιόπιστο δείκτη ανάπτυξης). Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι αυτό που συνέβη στη Χιλή δε μπορεί να χαρακτηριστεί ακριβώς ως «ανάπτυξη». Τουλάχιστον όχι με όρους ευημερίας της κοινωνίας.

Περίπου δύο δεκαετίες αργότερα, με την κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ, ήρθε η σειρά της Ρωσίας και της Ανατολικής Γερμανίας να εφαρμόσουν αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις, κατά τα πρότυπα του νεοφιλελεύθερου μοντέλου που περιγράφηκε. Φαίνεται πως οι πολιτικοί και οικονομολόγοι που τίθεντο υπέρ τέτοιων δραστικών αλλαγών δεν είχαν διδαχθεί αρκετά από το παράδειγμα της Χιλής. Εκτός, φυσικά, εάν ο σκοπός τους δεν ήταν η κοινωνική ευημερία, αλλά η ευημερία των αγορών…

Στη Ρωσία, το State Department, μέσω του πανεπιστημίου Χάρβαρντ, χρηματοδότησε μια μικρή ομάδα νομικών και οικονομολόγων για να δρομολογήσει την «αξιοποίηση» του δημόσιου πλούτου της χώρας. Οι διαδικασίες ξεκίνησαν το 1991, επί προεδρίας Boris Yeltsin (10/7/1991-31/12/1999), με ένα πρώτο κύμα ιδιωτικοποιήσεων, και ολοκληρώθηκαν το 1994, με μια δεύτερη, συστηματικότερη προσπάθεια, μετά από ένα μικρό πραξικόπημα κατά του Ρωσικού κοινοβουλίου το 1993. Χωρίς αυτό το πραξικόπημα, θα ήταν αδύνατο να διεκπεραιωθούν τα πακέτα αποκρατικοποιήσεων, καθώς ήταν αναγκαίο να υπάρξει περιορισμός των δημοκρατικών ελευθεριών, για να είναι ελέγξιμες οι αντιδράσεις του Ρωσικού λαού. Με την κατάργηση του Συντάγματος, τη λογοκρισία του Τύπου και την απαγόρευση της κυκλοφορίας, με άρματα μάχης να περιπολούν τους δρόμους, η Ρωσία ήταν έτοιμη για το μεγάλο βήμα. Ακολούθησε άγριο ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου, με τις κρατικές επιχειρήσεις να πωλούνται για αστεία ποσά. Είναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη την περίοδο μπορούσε κανείς, με 1 ή 2 εκ δολάρια, να αγοράσει ολόκληρες εταιρείες, των οποίων ο σκελετός κόστιζε πολλά εκατομμύρια ή και δισεκατομμύρια. Κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, 74 εκατομμύρια Ρώσων εξωθήθηκαν στη φτώχεια (έναντι των 2 εκ φτωχών το 1989), ενώ το προσδόκιμο επιβίωσης μειώθηκε κατά 10 χρόνια. Η χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών ουσιών αυξήθηκε κατακόρυφα, ενώ οι αυτοκτονίες διπλασιάστηκαν μέσα σε διάστημα 8 ετών. Όπως και στην περίπτωση της Χιλής, μια κάστα πλούσιων Ρώσων απέκτησε τεράστιες περιουσίες σε βάρος των εκατομμυρίων εξαθλιωμένων συμπατριωτών τους.



Διαμαρτυρία των εργατών χάλυβα στο Βερολίνο, μπροστά από την Treuhand, το 1990

Στην Ανατολική Γερμανία ακολουθήθηκε ένας παρόμοιος δρόμος, με την περίφημη εταιρεία «Treuhand» να παίζει καταλυτικό ρόλο στη διεκπεραίωση των ιδιωτικοποιήσεων. Η εταιρεία ιδρύθηκε στην Ανατολική Γερμανία λίγο πριν την κατάρρευσή της, βρισκόταν όμως υπό τον έλεγχο πολιτικών και μεγαλοκεφαλαιούχων της Δυτικής Γερμανίας. Αμέσως μετά την κατάρρευση, ξεκίνησαν δραστικές αποκρατικοποιήσεις των επιχειρήσεων της πρώην Ανατολικής Γερμανίας. Οι προς εξαγορά εταιρείες αναγκάζονταν να χρηματοδοτήσουν από το αποθεματικό τους άτομα χωρίς καμία οικονομική επιφάνεια, τα οποία στη συνέχεια χρησιμοποιούσαν τα χρήματα αυτά για να τις αγοράσουν από δημοπρασίες και αναλάμβαναν να τις εκκαθαρίσουν. Να αναφέρουμε μόνο ότι, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, ιδιωτικοποιούνταν κατά μέσον όρο 10 – 15 εταιρείες την ημέρα, ενώ είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, αν και ελάχιστες από αυτές αντιμετώπιζαν προβλήματα, βαφτίζονταν στο σύνολό τους «προβληματικές», ώστε να αναγκαστούν να ξεπουληθούν και να μην απειλούν με ανταγωνισμό τις αντίστοιχες εταιρείας της Δυτικής Γερμανίας. Αν και οι εν λόγω «αξιοποιήσεις» πραγματοποιήθηκαν τότε με την αιτιολογία της ανάπτυξης της Γερμανίας, θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι εκείνα τα χρόνια ήταν καταστροφικά για τη χώρα και τους κατοίκους της. Το ΑΕΠ της πρώην Ανατολικής Γερμανίας συρρικνώθηκε κατά 30%, η ανεργία από 0% εκτοξεύθηκε στο 20%, ενώ η Treuhand κατάφερε να δημιουργήσει χρέη της τάξεως των 250 δις μάρκων, τα οποία η χώρα δεν έχει καταφέρει ακόμη να αποπληρώσει.



Η "συνεργασία" δημόσιου και η ιδιωτικού τομέα
γίνεται πάντα υπό άνισους όρους.
Κάθε φορά, ο ιδιωτικός τομέας (πελαργός)
κατασπαράζει το δημόσιο πλούτο (ψάρι)

Τα παραπάνω προγράμματα αποκρατικοποιήσεων, ανεξαρτήτως του αν πραγματοποιήθηκαν σε δικτατορικά ή κοινοβουλευτικά καθεστώτα, προκάλεσαν μαζικές αντιδράσεις από την πλευρά των λαών, οι οποίοι οδηγούνταν μέρα με τη μέρα σε μια άνευ προηγουμένου εξαθλίωση. Ήταν λοιπόν αναγκαίο να επενδυθούν σημαντικά ποσά στον εξοπλισμό των δυνάμεων καταστολής, ώστε να περιοριστούν οι δημοκρατικές ελευθερίες και να καταστεί δυνατός ο έλεγχος των αγανακτισμένων πολιτών. Έτσι, οι κρατούντες μπόρεσαν να ολοκληρώσουν ανενόχλητοι το έργο τους. Στα χρόνια που ακολούθησαν, προκειμένου να αποφευχθούν ενδεχόμενες εξεγέρσεις, έγινε προσπάθεια να βρεθεί ένας εναλλακτικός δρόμος που να οδηγεί σε ιδιωτικοποιήσεις, εξασφαλίζοντας, ει δυνατόν, τη συναίνεση, έστω και μερική, των λαών. Ήταν τότε που τα ΜΜΕ άρχισαν να βομβαρδίζουν τους πολίτες με την απειλή του χρέους.

Έτσι, μετά από μια σειρά αρκετών άλλων χωρών, ήρθε και η σειρά της Ελλάδας να πέσει στην αγκάλη του ΔΝΤ…

πηγη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Η Μεταμοντέρνα Αριστερά

Ο όρος «Μεταμοντέρνος» (Post Modern) αφορά ουσιαστικά την τάση, προσπάθεια και προδιάθεση αποδόμησης – διάλυσης ουσιαστικά – όλου του «Μ...