Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

Ευρωζώνη, Ευρωπαϊκή Ένωση και δημόσιο χρέος υπό το φως της επικείμενης συμφωνίας


του Όθωνα Κουμαρέλλα

Προφανώς το θέμα μας δεν είναι οι όποιες υπαρκτές, ή ανύπαρκτες υποχρεώσεις της χώρας μας προς αυτούς τους υπερεθνικούς μηχανισμούς, ούτε βέβαια η αρχιτεκτονική των μηχανισμών αυτών και η αντιδημοκρατική -κυριολεκτικά αντιδραστική- τους διάρθρωση.

Αλλά η άμεση εμπλοκή τους στην ίδια τη διαμόρφωση του ελληνικού δημόσιου χρέους και...
μέσω αυτού ως πρόσχημα και με εργαλείο το κοινό νόμισμα, -δηλαδή το ευρώ- να βρεθεί αυτή τη στιγμή η χώρα μας υπό το καθεστώς μιας ξένης κατοχής με οικονομικά μέσα αυτή τη φορά.

Όμως όλο αυτό το θέμα τίθεται υπό το φως της επικείμενης συμφωνίας.
Ποιας αλήθεια συμφωνίας που επίκειται;
Η συμφωνία υπάρχει και υλοποιείται σε βάρος μας εδώ και πέντε ολόκληρα χρόνια.
Τι ακριβώς συζητά και τι διαπραγματεύεται άραγε αυτή η κυβέρνηση;
Μήπως την έμπρακτη ακύρωση του καθεστώτος κατοχής και της μετατροπής της χώρας μας σε δουλοπαροικία χρέους;
Όχι βέβαια.

Αφού έχει αποδεχτεί τη συμφωνία που υλοποιείται και το καθεστώς κατοχής, στον πυρήνα του.



Η κατάληξη των συζητήσεων και η υπογραφή που έβαλε στις 20 του Φλεβάρη αυτό ακριβώς καταδείχνει.
Για να έλθει τον Απρίλη με την κατάθεση του περίφημου Εθνικού Προγράμματος Μεταρρυθμίσεων 2015 που κατέθεσε στην ευρωένωση να ομολογήσει μέσω των ύμνων προς τα μνημόνια και την επίτευξη των στόχων τους τα προηγούμενα χρόνια, την πίστη της στις μνημονιακές πολιτικές και την αδιαπραγμάτευτη θέση της για τη συνέχισή τους.

Και για να μην αμφιβάλει κανείς, ήλθε πρόσφατα η περίφημη πρόταση των 47 σελίδων που πιστοποιεί τα πάντα και αποδεικνύει ότι η όλη προσπάθεια και η ταλαιπωρία που μας έχει υποβάλει δεν έχει να κάνει παρά στο να καμφθούν οι αντιστάσεις στο εσωτερικό του κυβερνητικού κόμματος και να πειστεί και ο τελευταίος, ότι δεν γίνεται τίποτα και η μόνη λύση είναι η άπαξ δια παντός υποταγή.

Στη πράξη πρόκειται για ένα θέατρο σκιών, για ένα bulling -καθώς λέγεται- του ΣΥΡΙΖΑ στο εαυτό του και στην ελληνική κοινωνία, πιστεύοντας ότι με όλο αυτό το πήγαινε - έλα, το σκωτσέζικο ντους που το πρωί υπάρχει συμφωνία και το βράδι ρήξη, θα πείσει ότι διαπραγματεύεται σκληρά για να φτάσει τελικά εκεί που από την αρχή ήθελε να φτάσει και διαισθανόταν ότι δεν μπορούσε, αποδεχόμενος έτσι κάθε ταπείνωση και κάθε εκβιασμό.

Κι έτσι, φτάσαμε από τα λόγια στα έργα. Μαζική φυγή καταθέσεων που εύκολα μπορεί να προσλάβει διαστάσεις bank run, Έκτακτες Συνόδους Κορυφής, ενδεχόμενη επιβολή ελέγχων στη διακίνηση κεφαλαίων και μαζικές κινητοποιήσεις τύπου κατσαρόλας υπέρ του ευρώ.

Για να συρθεί έτσι η κυβέρνηση είτε στην ταπεινωτική υπογραφή της πιο επαίσχυντης συμφωνίας σε βάρος της χώρας και του λαού άμεσα εισπράττοντας την κατακραυγή των ίδιων των ψηφοφόρων της, είτε «αμυνόμενη» προκειμένου να κρατήσει τα προσχήματα στο εσωτερικό του κόμματός της, να πέσει κάτω από το βάρος ενός bank run, μιας έκτακτης και αναγκαστικής επιβολής ελέγχου στη διακίνηση κεφαλαίων και μιας τεχνητής πλην έντονης και εκτεταμένης κοινωνικής αναταραχής γεμάτης με πληθώρα από προβοκάτσιες, ακόμη και στα εθνικά μας ζητήματα, για να ακολουθήσει η οριστική και μη αντιστρεπτή πλέον παράδοση στους επικυρίαρχους μέσω μιας κυβέρνησης γερμανοτσολιάδων, δήθεν εθνικής ενότητας.

Ας δούμε όμως πως φτάσαμε ως εδώ καθώς και τα βασικά στοιχεία μιας δόλιας μεθόδευσης των υπερεθνικών μηχανισμών της Ευρώπης σε συνέργεια με τους εγχώριους εμπόρους της υποτέλειας και του ραγιαδισμού, που εκτελέστηκε σταδιακά σε διάφορες χρονικές περιόδους, με βάση ένα πολύ καλά μελετημένο σχέδιο και με σκοπό την αιώνια υποταγή ενός λαού που κατά καιρούς είχε δείξει ότι δεν ήταν από τους πιο φρόνιμους και τα σκιρτήματα ανυπακοής ήταν συνεχή.

Ίσως ακούγεται συνωμοσιολογικό, αλλά έχουν αξία τα ορόσημα, οι χρονικές στιγμές, τα γεγονότα και οι αποφάσεις που έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωση του ελληνικού δημόσιου χρέους και που μόνο σε δόλια μεθόδευση παραπέμπουν, έτσι αυτό να χρησιμοποιείται ως το απόλυτο όπλο καθυπόταξης μιας ολόκληρης χώρας και ενός ολόκληρου λαού.

Η πρώτη κρίσιμη χρονική στιγμή είναι όταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής -ο εθνάρχης- ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 60, διαπραγματεύσεις με την τότε Κοινή Αγορά για την ένταξη της Ελλάδας σε αυτήν.

Είναι η πρώτη φορά που οι Ευρωπαίοι απαιτούν προκειμένου να γίνει δεκτό το αίτημα του Καραμανλή να αναγνωριστεί ολόκληρο το προπολεμικό χρέος της χώρας που καμιά κυβέρνηση μέχρι τότε δεν δέχονταν να αναγνωρίσει. Επειδή ο πόλεμος και οι καταστροφές προφανώς τα είχε σβήσει όλα.

Παρ’ όλα αυτά ο Καραμανλής δέχεται και εισηγείται νόμο στη Βουλή για αναγνώριση του προπολεμικού χρέους.

Γίνεται χαμός και η σθεναρή άρνηση της τότε αντιπολίτευσης της ΕΔΑ και της Ένωσης Κέντρου αποτρέπει την αναγνώριση του χρέους, για να έλθει λίγο καιρό μετά το 1964 η νέα κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου και με υπουργό τότε συντονισμού τον Μητσοτάκη να φέρει στη βουλή και να ψηφίσει το νόμο πλήρους αναγνώρισης του προπολεμικού χρέους.

Βλέπετε στη χώρα μας υπάρχει παράδοση σε ό,τι μια αντιπολίτευση απορρίπτει μετά βδελυγμίας, να το υιοθετεί και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό όταν αναλαμβάνει την κυβέρνηση, όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα, έτσι συνέβαινε και τότε.

Είναι η στιγμή της απαρχής της υπερχρέωσης της πατρίδας μας αφού η αποπληρωμή των προπολεμικών δανείων προϋπέθετε νέο δανεισμό.

Ερχόμαστε τώρα στη δεύτερη σημαντική στιγμή. Είναι αυτή της ένταξής μας στη μετασχηματισμένη σε ΕΟΚ κοινή αγορά.

Είναι η στιγμή της απαρχής της καταστροφής της παραγωγικής βάσης της χώρας και του εκμαυλισμού της ελληνικής κοινωνίας μέσω των κοινοτικών επιδοτήσεων και των διαφόρων χρηματοδοτικών προγραμμάτων.

Οι τότε Έλληνες βιομήχανοι έχοντας πλήρη γνώση του τι θα επακολουθούσε και ότι δεν υπήρχε περίπτωση να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό υπέρτερων δυνάμεων καταχρέωσαν καθιστώντας προβληματικές τις επιχειρήσεις τους εξάγοντας τα κεφάλαια στο εξωτερικό.

Οι κοινοτικές οδηγίες για την αγροτική παραγωγή και οι επιδοτήσεις για το θάψιμο των προϊόντων στις χωματερές μαζί με τη σταδιακή αποβιομηχάνιση επιβαρύνουν το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας με άμεση συνέπεια τη διόγκωση του χρέους.

Το πολιτικό σύστημα γνωρίζοντας πολύ καλά ότι δεν υπάρχει περίπτωση η ελληνική βιομηχανία να σταθεί στον αθέμητο ανταγωνισμό των ευρωπαϊκών κολοσσών, παραδίδουν τις υπό τον έλεγχο του κράτους προβληματικές επιχειρήσεις για λεηλασία στους κομματικούς εγκάθετους.

Και ερχόμαστε στην εποχή της συνθήκης του Μάαστριχτ και στις περίφημες 4 ελευθερίες. Ελευθερία στη διακίνηση ανθρώπων, κεφαλαίων, υπηρεσιών και προϊόντων, που η εφαρμογή τους αφήνουν την ελληνική οικονομία έρμαιο των μεγάλων πολυεθνικών συγκροτημάτων και η αποσάθρωση της παραγωγικής βάσης αποκτά πλέον ανεξέλεγκτους ρυθμούς.

Τα διάφορα χρηματοδοτικά πακέτα όπως του Ντελόρ, ή τα ΕΣΠΑ χρησιμοποιούνται περισσότερο για στάχτη στα μάτια και για εκμαυλισμό παρά για εξισορρόπηση των ζημιών που προκαλεί η ένταξή μας στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Ο μύθος της ισχυρής Ελλάδας μέσα στην Ευρώπη, το χρηματιστήριο και ο πολυδιαφημιζόμενος τότε λαϊκός καπιταλισμός, εκμαυλίζει από τη μια μεγάλες λαϊκές μάζες και από την άλλη, δημιουργεί νέα πρότυπα κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης στηριγμένα στην αρπαχτή και τον παρασιτισμό, που επικρατούν ολοκληρωτικά.

Ενώ ταυτόχρονα η πτώση όλων των οικονομικών μεγεθών καλύπτεται με νέο δανεισμό που απλώνεται τώρα πια σε όλη την κοινωνία. Η μείωση του λαϊκού εισοδήματος αντισταθμίζεται από τον εύκολο τραπεζικό δανεισμό, τις κάρτες, τα διακοποδάνεια και όλα αυτά που ζήσαμε τα τελευταία χρόνια πριν το ξέσπασμα της κρίσης.

Και ερχόμαστε στο τελευταίο ορόσημο της πλήρους ένταξης μας στη νομισματική ένωση και το ευρώ.

Εδώ ολοκληρώνεται ο σχεδιασμός και αποδεικνύεται πλήρως η δόλια μεθόδευση που θα οδηγήσει μόλις λίγα χρόνια αργότερα στη χρεοκοπία και την μετατροπή της χώρας μας σε μια ειδική οικονομική ζώνη στην περιφέρεια της Ευρώπης με μόνη δυνατή πορεία -εφ’ όσον βέβαια παραμένουμε εντός πλαισίου- την μετατροπή της Ελλάδας σε Νίγηρα της Ευρώπης.

Κι εδώ πρέπει να σταθούμε γιατί μπαίνουμε στην ουσία του θέματος και την τελευταία καθοριστική πράξη του δράματος.

Είναι γνωστό ότι το συσσωρευμένο μέχρι το 2002 που μπήκαμε στο ευρώ χρέος της χώρας ανέρχονταν σε περίπου 145 δις ευρώ. Και ήταν κατά 80% περίπου δραχμικό χρέος με μόνο το υπόλοιπο 20% σε ξένο συνάλλαγμα κατά βάση σε δολάρια.

Μέσα σε 7 μόλις χρόνια στις 31 Δεκεμβρίου του 2009 όπου διαπιστώνεται και η αδυναμία συνέχισης αποπληρωμής του, το χρέος αυτό υπερδιπλασιάζεται και φτάνει τα 300 δις ευρώ περίπου.

Εάν συνυπολογίσουμε και τα περίπου 480 δις που πληρώσαμε το ίδιο διάστημα σε τόκους και σε χρεολύσια το ποσό της δανειακής επιβάρυνσης της χώρας αποκτά ένα απίστευτα υψηλό μέγεθος, που είναι αδύνατο να δικαιολογηθεί, αν δεν προστρέξουμε στην αποφλοίωση των επιφαινομένων και δεν φτάσουμε στην καρδιά των αιτίων και συνεπώς στη δόλια μεθόδευση και στο σχέδιο καθυπόταξης της χώρας που εξυφάνθηκε με την απόλυτη συνέργεια των ελληνικών δωσιλογικών κυβερνήσεων.

Πράγματι, μας είπαν ότι μαζί τα φάγαμε για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Που και πως τα φάγαμε μαζί άραγε;

Στην στατιστική αρχή υπάρχει ένας πίνακας, που κατά τη γνώμη μου είναι πολύ σημαντικός και καταρρίπτει το επιχείρημα.

Ο πίνακας αυτός δείχνει την αξία του νομίσματος σε σχέση με τον δείκτη τιμών καταναλωτή, άρα δείχνει την αξία του νομίσματος σε σχέση με την πραγματική του αγοραστική δύναμη. Εκεί σε αυτόν τον πίνακα διαπιστώνουμε ότι το ευρώ από το 2002 μέχρι και το 2010 έχασε σε αγοραστική δύναμη στη χώρα μας 31,5% της αξίας του.

Την ίδια περίοδο η μεσοσταθμική αύξηση των μισθών και των συντάξεων, δηλαδή του λαϊκού εισοδήματος που στηρίζεται κατά βάση στη μισθωτή εργασία και τις συντάξεις δεν ξεπέρασε το 14%.

Αυτό σημαίνει ότι το λαϊκό εισόδημα έχασε σε μόλις 7 χρόνια τουλάχιστον δεκαοκτώ ποσοστιαίες μονάδες.

Αυτό με τη σειρά του καταδείχνει ότι η εσωτερική υποτίμηση είχε αρχίσει από τότε, για να πάρει βέβαια δραματικές διαστάσεις με τα μνημόνια.

Βέβαια στο τεχνητό κλίμα ευφορίας και ευμάρειας, τη ψυχολογία της ισχυρής Ελλάδας, των Ολυμπιακών Αγώνων κτλ. αυτό δεν γίνονταν άμεσα αντιληπτό, αφού την απώλεια εισοδήματος έρχονταν να καλύψει ο εύκολος τραπεζικός δανεισμός, γι’ αυτό και η εκτίναξη του ιδιωτικού χρέους των νοικοκυριών και των μικρομεσαίων.

Τι ακριβώς συνέβη λοιπόν και εκτινάχθηκε το χρέος;

Το χρέος για κάθε προσεκτικό παρατηρητή εκτινάχθηκε επειδή το -προ της ένταξης μας στη ΟΝΕ και το ευρώ- δραχμικό χρέος, επιβαρυμένο με τα πολύ υψηλά επιτόκια της εποχής που προηγήθηκε και χαρακτηρίζονταν από πολύ υψηλό πληθωρισμό, το οποίο εν μια νυκτί την Πρωτοχρονιά του 2002 μετατράπηκε σε χρέος σε σκληρό ευρώ με όλη τη δυναμική που περιέκλειαν τα πολύ υψηλά επιτόκια με τα οποία ήταν επιβαρυμένο.

Με δεδομένο, ότι η χώρα είχε παραδώσει το εκδοτικό δικαίωμα του νομίσματος στην ΕΚΤ, συνεπώς αδυνατούσε πλέον να εξυπηρετεί το χρέος με το τύπωμα χρήματος, ή και μέσω της δια του πληθωρισμού διάβρωσής του,

και με δεδομένο, επίσης, το ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο, ο μόνος τρόπος για την αποπληρωμή του χρέους ήταν η προσφυγή σε νέο δανεισμό.

Έτσι με την κεφαλαιοποίηση των τόκων και την προσθήκη των νέων επιτοκίων πάνω στα παλιά, το χρέος ήταν λογικό να εκτοξευθεί και η χρεοκοπία θα έρχονταν με μαθηματική ακρίβεια αργά, ή γρήγορα.

Και επειδή αυτό ήταν γνωστό σε όλους ότι θα συνέβαινε με την ένταξή μας στην ΟΝΕ, τόσο στο ελληνικό πολιτικό σύστημα και τις κυβερνήσεις, όσο και στις ευρωπαϊκές, για το λόγο αυτό και μιλάμε για εξ αρχής δόλια μεθόδευση παγίδευσης της πατρίδας μας σε μια ανεπίστροφη πορεία προς τη χρεοκοπία, προκειμένου μέσω του χρέους ως πρόσχημα και με εργαλείο το ευρώ να μετατραπεί η χώρα σε δουλοπαροικία χρέους και στη συνέχεια σε υποσαχάριου τύπου ειδική οικονομική ζώνη στην περιφέρεια μιας γερμανοκρατούμενης Ευρώπης.

Στην παραπάνω γενεσιουργό αιτία, που αποτελεί και την απαρχή της προδοσίας και του σύγχρονου δωσιλογισμού, προστέθηκε η σταδιακή αύξηση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, εξ αιτίας της αποσάθρωσης της παραγωγικής βάσης λόγω τόσο της εφαρμογής των οδηγιών της ΕΕ, όσο και αυτής καθ’ αυτής της ένταξης στο σκληρό νόμισμα, που κατέστησε την οικονομία μας ακόμα λιγότερο ανταγωνιστική, με συνέπεια να δημιουργούνται πρόσθετα ελλείμματα που μόνο με -επίσης πρόσθετο- δανεισμό μπορούσαν να καλυφθούν.

Στα προηγούμενα προστίθενται η κακοδιαχείριση, η σπατάλη σε περιττές δαπάνες για μη αναγκαία έργα, οι υπερκοστολογήσεις τους, οι ρεμούλες, οι μίζες, η διακίνηση μαύρου χρήματος και όλα αυτά που για χρόνια το πολιτικό προσωπικό της χώρας έπραττε και ταυτόχρονα κάλυπτε.

Τα ποσά που έχουν πληρωθεί μέχρι τώρα είναι ιλιγγιώδη. Από την εποχή της ένταξής μας στο ευρώ μέχρι το 2010 που μπήκαμε στα μνημόνια είχαν πληρωθεί σε τόκους και σε χρεολύσια περί τα 480 δις ευρώ. Από το 2010 και μέσα στο καθεστώς των μνημονίων, έχουν πληρωθεί τουλάχιστον 200 δις. Δηλαδή, από την εποχή της ένταξής μας στην ευρωζώνη ο ελληνικός λαός έχει πληρώσει -ούτε λίγο, ούτε πολύ- 680 δις ευρώ για να φτάσει σήμερα να χρωστά ακόμη 320 δις, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία.

Πιο αναλυτικά, με ένα χρέος εκκίνησης τη στιγμή της ένταξής μας στην ευρωζώνη την 1/1/2002 145 δις ευρώ, η ελληνική κοινωνία επιβαρύνθηκε με επιπλέον χρέη 680 (που πληρώσαμε)+320 (που χρωστάμε ακόμα)-145 (αρχικό χρέος) = 855 περίπου δις ευρώ (σε 12 χρόνια), ή 5,9 φορές επί πλέον του αρχικού χρέους. Αν από το νούμερο αυτό αφαιρέσουμε και το συσσωρευμένο δημοσιονομικό έλλειμμα της περιόδου που ανέρχεται σε λιγότερο από 100 δις, ο ελληνικός λαός φορτώθηκε με μια τοκογλυφική επιβάρυνση τουλάχιστον 755 δις ευρώ στραγγίζοντας κάθε ικμάδα και αφαιρώντας κάθε προοπτική ανάκαμψης. Ενώ υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι έχουν συνομολογηθεί ακόμα και κρυφά χρέη που καλύπτονται από «έξυπνες» πρακτικές του χρηματοπιστωτικού συστήματος -όπως swaps και άλλα τέτοια κόλπα- και που είναι πολύ πιθανό να τα βρούμε μπροστά μας τα επόμενα χρόνια.

Αν όλα αυτά είναι αλήθεια
και είναι, τότε τι πραγματικά συζητάμε;
Για ποια συμφωνία;

Για ποιον έντιμο συμβιβασμό;
Για ποια αμοιβαία επωφελή λύση;

Φαίνεται όμως η κυβέρνηση -έστω και συρόμενη- έχει πάρει τις αποφάσεις της.
Τώρα είναι η ώρα να πάρουμε και τις δικές μας.
Δεν υπάρχει άλλη λύση από τη μονομερή διαγραφή ολόκληρου του παράνομου χρέους και τη με τη δική μας βούληση έξοδο από το ζουρλομανδύα της ευρωένωσης.
Τώρα είναι η δική μας η στιγμή να κατανοήσουμε την ανάγκη των καιρών
Τώρα είναι η ώρα να κάνουμε αυτήν την ανάγκη ιστορία.


(Το παρακάτω κείμενο αποτελεί την γραπτή αποτύπωση της ομιλίας του αρθρογράφου που -εκπροσωπώντας το ΕΠΑΜ- έκανε την Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015 στο Πάντειο Πανεπιστήμιο στο πλαίσιο της διημερίδας που οργάνωσε η Πρωτοβουλία για τη διαγραφή του χρέους).

πηγη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Η Μεταμοντέρνα Αριστερά

Ο όρος «Μεταμοντέρνος» (Post Modern) αφορά ουσιαστικά την τάση, προσπάθεια και προδιάθεση αποδόμησης – διάλυσης ουσιαστικά – όλου του «Μ...