Σ’ αυτή την ταινία βλέπουμε μια παρέα αστών που συγκεντρώνεται στο σπίτι του ζεύγους Nobile για να δειπνήσουν. Μετά το τέλος του δείπνου όμως, αντί ν’ αναχωρήσουν, όλοι βρίσκουν μια δικαιολογία, εγκαθίστανται και κοιμούνται στο σαλόνι.
Το επόμενο πρωινό, μετά τον καφέ τους, διαπιστώνουν ότι δεν μπορούν να βγούνε από το δωμάτιο. Είναι εγκλωβισμένοι στο σαλόνι, χωρίς να υπάρχει κάποιος λόγος, κάποιο εμπόδιο. Απλά δεν μπορούν να φύγουν!
Μέρα με τη μέρα -και υπό την πίεση της πείνας και της δίψας- οι μάσκες της ηθικής αρχίζουν να πέφτουν και οι παγιδευμένοι αστοί ξεπέφτουν σε ένα σχεδόν ζωώδες επίπεδο.
Η ταινία εξελίσσεται και κορυφώνεται αριστουργηματικά, αλλά το ζητούμενο –από τη δική μας πλευρά- είναι τί εμποδίζει τους συνδαιτυμόνες να βγουν έξω. Και καταλαβαίνουμε ότι ουσιαστικά πρόκειται για πρόβλημα βούλησης και όχι αδυναμίας εξόδου.
-
Ο Μπουνιουέλ αρεσκόταν να καυτηριάζει την αστική τάξη, αλλά σε κάποια συνέντευξη είχε παραδεχτεί ότι τίποτα δε θα άλλαζε αν στη θέση των μπουρζουάδων ήταν εργάτες ή μικροαστοί.
-
Τολμώντας έναν ριψοκίνδυνο παραλληλισμό οι Έλληνες μοιάζουν να είναι παρόμοια εγκλωβισμένοι στο σαλόνι –ή μάλλον στα υπόγεια- της Ευρώπης.
Η πείνα και η δίψα τους βασανίζει, οι μάσκες έχουν πια πέσει, η μισαλλοδοξία είναι μέρος της καθημερινότητας τους, αλλά δεν μπορούν να διασχίσουν το κατώφλι…
Λάθος! Μπορούν, αλλά –χωρίς να το συνειδητοποιούν- δε θέλουν.
Αυτό το πρόβλημα βούλησης οφείλεται καταφανώς στη μικροαστική νοοτροπία των Ελλήνων.
-